• Home
  • Γλώσσα
  • Το Η στην Ποντιακή διάλεκτο. Προφορά και λεκτικά παραδείγματα εκ της Ποντιακής διαλέκτου

Το Η στην Ποντιακή διάλεκτο. Προφορά και λεκτικά παραδείγματα εκ της Ποντιακής διαλέκτου

Το φωνήεν (Η) στην Ποντι(α)κή διάλεκτο αλλά και στην αρχαία Ελληνική γλώσσαΈνα απ’ τα σπουδαιότερα ζωντανά τεκμήρια περί της διαφορετικής προφοράς των φωνηέντων του ελληνικού αλφάβητου κατά την αρχαιότητα είναι η σημερινή προφορά του (η) στην ποντιακή διάλεκτο.

Σε όλες σχεδόν τις λέξεις της ποντιακής διαλέκτου το (η) προφέρεται ως καθαρό (ε) πράγμα που επιβεβαιώνει εν μέρει τη θεωρία του Εράσμου. Παρακάτω παραθέτουμε μια μικρή συλλογή από λέξεις από την οποία μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι οι αρχαίοι Έλληνες έχοντας αυτή την ορθογραφία με τα διάφορα ι, υ, η, ει, οι, και ε, αι, ή ο, ω, κλπ είχαν φυσικά και τους λόγους ύπαρξης τους. Και εάν στην ποντιακή διάλεκτο το η προφέρεται ως (ε), αυτό σημαίνει ότι κατά την αρχαιότητα το η επροφέρετο τουλάχιστον στην Ιωνική διάλεκτο όχι ως καθαρό (ε), πάντως κάτι πλησιέστερο προς τα γαλλικά e, eu. Στην Τσακωνική διάλεκτο το (υ) προφέρεται ως (ιου) και (ου) καθώς και στην πανελλήνια δημοτική λέμε: ζουμάρι, κρούσταλλο, μουστάκι, ξουράφι κλπ. Ακόμα και το (ω) δεν είχε την προφορά του (ο) όπως το προφέρουμε σήμερα, αλλά έπρεπε να προφερόταν μάλλον ως (οου) ή (ου) διότι όλοι οι Έλληνες εκτός των Ελλήνων του Πόντου λέγουν σήμερα κουφός, κουδούνι, κουνούπι, ρουθούνι, λουρί, κουπί, πουλώ κτλ.

Μερικά παραδείγματα:
Άλλε = άλλη
Ατέ = αυτή
Ανέφορος = ανήφορος
Αεριστέρ = αεριστέρ / αεριστήρας
Αμέσσετος = αμάσσητος
Άσ̆κεμος = άσχημος
Ασ̆κεμίζω = ασχημίζω
Βέχω = βήχω
Βέξιμον = βήξιμο
Βούτεμαν = βούτημα
Βρόντεμαν = βρόντημα
Γερατεία = γηρατειά
Γιάννες = Γιάννης
Εξέρω = ηξεύρω – ξέρω – γνωρίζω
Επορώ = ημπορώ
Εργαστέρ = εργαστήριο
Εργάτες = εργάτης
Ευτενόν = ευθηνόν
Εκείνε = εκείνη
Έμουν = ήμην – ήμουν
Έσουν = ήσουν
Έτον = ήτο – ήταν
Έσαν = ήσαν
Ελλενικόν = Ελληνικόν
Ζελεύω = ζηλεύω
Ζεμία = ζημία
Θερίον = θηρίον
Θεκάρ = θηκάρι – θήκη
Θελ΄κόν = θυλυκό
Κερίν = κηρίο – κηρί
Κεπίν = κήπος
Κρεμίζω = κρημνίζω
Κρεμός = κρημνός
Κνέσ̆κουμαι = κνήθομαι – ξύνομαι
Κνεσίον = κνησμός
Κατέφορος = κατήφορος
Κλέφτες = κλέφτης
Καμέλ = κάμηλος – καμήλα
Λυπερόν = λυπηρό
Μενύω = μηνύω
Μάθεμαν = μάθημα
Μερίν = μηρός
Μακαρίτες = μακαρίτης
Νεστεία = νηστεία
Νύφε = νύφη
Ξερόν = ξηρόν
Ξεραίνω = ξηραίνω
Πλεθύνω = πληθύνω
Πρέσ̆κουμαι = πρήσκομαι
Πανεγύρ = πανηγύρι
Πλυτέρ = πλυντήριο
Ράφτες = ράπτης-ράφτης
Σίδερον = σίδηρον
Στένω = στήνω
Σκωλέκ = σκώληξ – σκουλίκι
Τυχερός = τυχηρός
χ̆ερεία = χηρεία
ψάλτες = ψάλτης
ψένω = ψήνω
εγεννέθεν = εγεννήθη
και πολλά άλλα …..

Πηγή: Ποντιακά φύλλα

Ποντιακή Διαλεκτολογία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com 

Pin It

Print

Add comment


Security code
Refresh

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ