Το μυστικό του Γιακούπ - αγά
Μεταξύ Ματσούκας, Ατσαμπάτ και Τόνγιας και στον κάμπο που εκτείνεται κάτω από ένα βουνό, σώζονται τα ερείπια δύο μοναστηριών με τα ονόματα “Καραπτάλ” και “Χωνευτέρ”. Κάθε χρόνο οι τούρκοι αγάδες κι από τις τρείς επαρχίες, επικεφαλής ομάδων αποτελούμενων από νέους οπλισμένους και με τα όργανα, πήγαιναν εκεί και πανηγύριζαν. Την 1η Αυγούστου πήγαιναν στο Καραπτάλ και στις 7 Αυγούστου στο Χωνευτέρ’. Κάθε ομάδα διασκέδασε ξεχωριστά και οι συγκρούσεις μεταξύ τους δεν ήταν σπάνιες. Στις πανηγύρεις αυτές δεν πήγαιναν οι χριστιανοί. Το γεγονός αυτό στάθηκε αφορμή να ρωτήσω μια ημέρα έναν τούρκο συγχωριανό μας τον Γιακούμπ – αγά, άνθρωπο μέθυσο αλλά γνωστικό για την ιστορία των μοναστηριών αυτών. Ο τούρκος δέχτηκε να μου αφηγηθεί την ιστορία αυτή υπό τον όρο να μην την ανακοινώσω προτού πεθάνει. Ιδού αυτή η ιστορία και τα λεγόμενά του :
Τα μοναστήρια Καραπτάλ και Χωνευτέρ τα έκαψε ο βασιλιάς της Περσίας Χοσρόης περνώντας από εδώ για την Πόλη και έσφαξε τετρακόσιους καλόγηρους. Το Χωνευτέρ είχε μια δεξαμενή στην οποία όποιος λουζόταν θεραπευόταν από κάθε ασθένεια. Οι γιορτές άρχιζαν στις 25 Ιουλίου και διαρκούσαν ως τις 7 Αυγούστου.Έπειτα έκαψε και το μοναστήρι του Βαζελώνα και οι δεκαέξι καλόγεροι κατέφυγαν στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. Τότε το Χαψίκιοϊ είχε πέντε χωριά : το Χαψίκιοϊ, το Χαμουρί, το Χαμονή, το Κούνακα και τα Θέρσα. Όλα αυτά τα ερημώθηκαν απ' τον Χόσροη. Οι πρόγονοι μου (συνεχίζει ο Γιακούμπ-αγάς) ήταν χριστιανοί και κατείχαν ψηλές θέσεις. Τρείς αδερφοί απ’ αυτους που ήταν αξιωματικοί, τούρκεψαν και πήραν ο ένας τη Ματσούκα (ο Εγίπ), ο δεύτερος (ο Μπαϊρακτάρης) το Ατζαμπάτ και ο τρίτος (ο Σαλέχ) την Τόνγια. Τότε άρχισε φοβερός διωγμός των χριστιανών ώστε εξαναγκάστηκαν άλλοι να αλλαξοπιστήσουν, άλλοι να υποκρίνονται τον μουσουλμάνο, κι άλλοι να καταφύγουν σε δάση, βουνά και σπήλαια. Πολλοί όμως απ΄ όσους αλλαξοπίστησαν, αναζητούσαν στα δάση και όπου έβρισκαν χριστιανούς, τους έπαιρναν για να τους έχουν καλλιεργητές των κτημάτων τους. Αλλά ένας τούρκος, Τούρ αλής λεγόμενος, λόγω των αναρίθμητων εγκλημάτων του, κατάντησε φοβερή μάστιγα του τόπου.
Σήμερα, λέει ο τούρκος, το νερό της δεξαμενής στο Χωνευτέρ, δεν υπάρχει. Αλλά αν βάλεις το αυτί σου και αφουγκραστείς από την τρύπα του, θα ακούσεις μια μεγάλη βοή που προέρχεται σαν από κάποιο υπόγειο ποτάμι. Εδώ τελειώνει η αφήγηση του Γιακούπ αγά που μου θυμίζει τ’ Αυγουστιάσματα που συνέπιπταν με την χρονική περίοδο από του Θερινού έως του Αυγούστου. Σε αυτό το διάστημα δεν κόβαμε τίποτε φρέσκο απ τους λαχανόκηπους και οι Ρωμάνες στα παρχάρια ούτε έπαιρναν ξένο ζώο στα κοπάδια τους, ούτε έδιναν απ’ τα δικά τους. Γιατί σε αυτές τις δώδεκα ημέρες, τα άστρα άλλαζαν θέση.
Σχετικά με τον διαβόητο Τούρ Αλή, σωζόταν στην Ματσούκα ο εξής στίχος :
“Λύσα, δύσα δυσόκωλε και καβαλλαρόκωλε, έχ̌’ κι έρται Αλής ο Τούρ – Αλής με τα ψιλά με τα χοντρά, με τ’ αιγιδί με τ’ ελαφί τα κέρατα θα βάλλ’ α̤τά σ’ οπίσ’ ΄ίς. Έπαρ τα σκατέμπαλα σ’ και ρούξον στην θάλασσαν”.
Πηγή : Αβραμάντης, Ι. (Κατ’ αφήγηση του Ν. Βασιλειάδη “Καπηκιοίτη” - Ποντιακή Εστία τεύχος 13ον Θεσσαλονίκη 1951