Η καταγωγή των Ελλήνων του Καυκάσου
Οι Έλληνες μετανάστευσαν στον Καύκασο απ΄τα τουρκικά Βιλαέτια του Ερζερούμ, Σιβάζ (Σεβάστειας), Τραπεζούντας και του υπόλοιπου Πόντου. Η αναγκαστική αυτή μετακίνηση συνέβη περιοδικά, ιδίως μετά τους ρωσοτουρκικούς πολέμους. Την εποχή της αυτοκράτειρας Αικατερίνης της Μεγάλης στον πόλεμο του 1770 (εκστρατείες των Ορλώφ και Ρουμιαντσέφ) και μετά την προσάρτηση της Κριμαϊκής χερσονήσου κατά το 1783 (Ποτιεμκήν), οι Έλληνες που είχαν μεταναστεύσει απ την τουρκία μαζί με τους εκπατρισθέντες ομογενείς της υπόδουλης τότε Ελλάδος στη Ρωσία, κατοίκησαν στα βόρεια παράλια του Ευξείνου Πόντου απ’ την Οδησσό ως το Νοβόροσισκ σχηματίζοντας τις κοινότητες της Οδησσού, Νικολάεφ, Χερσώνος, Συμφερούπολης, Ταϊγανίου (Ταγανρόκ), Σεβαστούπολης, Κέρτζ και λοιπές γνωστές στο πανελλήνιο για τη μορφωτική και εθνική τους δράση.
Αναπολώντας την ιστορία και τη δράση τους κανείς, θαυμάζει τη δεξιότητα με την οποία χειρίστηκαν την οργάνωση του αγώνα διεγείροντας τη συμπάθεια της Τσαρικής Κυβέρνησης, μαγνητίζοντας τη Σλαβική φιλοδοξία για την ανασύσταση του Βυζαντινού Κράτους. Είναι αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός ότι το σχέδιο αυτό εκπονήθηκε απ την Μεγάλη Αικατερίνη με τον Ποτιέμκην, στον οποίο είχε υποσχεθεί τον θρόνο. Χάρις στην επιχειρηματικότητα εκείνων των Ελλήνων η ρωσική ναυτιλία και το θαλάσσιο εμπόριο αυξήθηκαν σημαντικά στην κοντινή Ανατολή. Μετά τον πόλεμο του 1828-1829 την εποχή της βασιλείας του φιλέλληνα αυτοκράτορα Νικολάου του Α’, ένα νέο και μεγαλύτερο ρεύμα μεταναστών ξεχύθηκε προς τη Ρωσία. Ταυτόχρονα με την πρωτοβουλία του στρατηγού Πασκέβιτς Εριβάνσκι σχεδόν χίλιες οικογένειες Ελλήνων μεταναστών απ’ το βιλαέτι Τραπεζούντας (Αργυρούπολης – Σάντας – Ματσούκας – Πάπερτης «Παϊπούρτης») και απ’ τις δυτικές περιφέρειες του Ερζερούμ εγκαταστάθηκαν οριστικά στα νοτιοδυτικά μέρη της Γεωργίας : Μπορζόμ – Τσάλκα – Τιφλίς – Κουταϊς και Μπόρτζαλο. Μετά την Κριμαϊκή εκστρατεία των τουρκο-αγγλογάλλων 1854-1855 μετανάστευσαν πολλοί Έλληνες απ τα παράλια του Πόντου κι άλλοι εγκαταστάθηκαν στις πλούσιες σιτοπαραγωγικές περιφέρειες του Κουμπάν και στα ανατολικά παράλια του Ευξείνου Πόντου (Τζερνομόρια) – Τουάψε – Σόχουμ – Πότι και Βατούμ. Εδώ η καπνοφυτεία ήταν άγνωστη στους Ρώσους Μουζίκους(*) και στους Κοζάκους(**) (Κουμπάν – βόρειος Καύκασος), και οι Έλληνες πρόθυμοι όντες, κατάφεραν να αποτελέσουν τον κύριο συντελεστή της καπνοπαραγωγής και καπνοβιομηχανίας. Τούτο μαρτυρείται απ την ύπαρξη των καπνοβιομηχανικών οίκων Μεσαξούδη και Πινιάτογλου. Τα τελευταία χρόνια χιλιάδες ντεσετίτων (ντεσετίνα = (μονάδα μέτρησης) 12 στρέμματα γης), της Τζερνομόριας και Κουμπάν φυτεύτηκαν με καπνό από Έλληνες επιχειρηματίες τους επονομαζόμενους πλαντάτορες. Τα τελευταία χρόνια ήρθαν και κατοίκησαν στον Καύκασο Ελληνικοί πληθυσμοί, περίπου 1800 οικογένειες, προερχόμενες απ τα βιλαέτια Ερζερούμ και Σεβάστειας μάλιστα κυρίως μετά τον πόλεμο του 1877-1878. Εγκαταστάθηκαν στα τουρκικά σαντζάκια Κάρς – Αρταχάν που τα είχε κατακτήσει η Ρωσία. Αυτοί οι Έλληνες επιδόθηκαν με ζήλο στη γεωργία και την κτηνοτροφία και μάλιστα με την εργατικότητα τους και μόνο και χωρίς την κρατική στήριξη κατάφεραν να πλουτίσουν και να ιδρύσουν την ποθητή τους Ελληνική κοινότητα, την εκκλησία, το σχολείο, τους τρείς αυτούς κοινωνικούς παράγοντες που συντέλεσαν στη θεμελίωση της ελληνικής παροικίας έστω και ολιγάριθμης. Το μεταναστευτικό ρεύμα απ τον Πόντο προς τη Ρωσία αντί να πάψει γινόταν ορμητικότερο για το λόγο ότι τη μετανάστευση την ευνοούσε η Τσαρική Κυβέρνηση η οποία σχεδίαζε να αντικαταστήσει τον τουρκικό πληθυσμό που αποχωρούσε απ τα σαντζάκια Κάρς – Αρταχάν με πληθυσμούς Ελλήνων απ τον Πόντο και ακτήμονες μουζίκους απ τα κεντρικά Κυβερνεία. Ο ήσυχος και πειθαρχημένος ρωμιός του εξωτερικού, μιας που δεν αναμείχθηκε σε πολιτικές ή άλλες διαμάχες και έριδες, κατάφερε να αποκτήσει προνομιακή θέση ανάμεσα στις φυλές που κατοικούσαν τον Καύκασο.
(*) Μουζίκοι αποκαλούνταν οι χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις των Ρώσων αποτελούμενες κυρίως από χωρικούς από τον 17ο αιώνα ως και την Οκτωβριανή Επανάσταση. Οι μουζίκοι δεν είχαν δική τους ιδιοκτησία, αλλά εργάζονταν στα κτήματα των Ρώσων μεγαλογαιοκτημόνων εισπράττοντας ως αντάλλαγμα ένα μικρό αντίτιμο προερχόμενο από τα κέρδη της εκάστοτε σοδειάς.
(**) Οι Κοζάκοι (ουκρανικά: козаки, ρώσικα: казаки) είναι ομάδα κυρίως ανατολικοσλαβικών λαών, οι οποίοι αρχικά ήταν μέλη δημοκρατικών, ημιστρατιωτικών κοινοτήτων και κατοικούσαν σε αραιοκατοικημένες περιοχές και νησιά στις λεκάνες του κάτω Δνείπερου[1] και του Ντον, στην περιοχή της σημερινής Ουκρανίας και νότιας Ρωσίας. Οι Κοζάκοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική εξέλιξη αυτών των εθνών. Κοινό χαρακτηριστικό τους ανά τους αιώνες ήταν το φιλοπόλεμο και ατίθασο πνεύμα τους.
Πηγή: Ποντιακά Φύλλα, τεύχη 7ον & 8ον. Απόσπασμα από ανέκδοτο έργο του τέως ταγματάρχη του ρωσικού στρατού και νυν δημοδιδασκάλου στη Ελασσόνα ΤΣΕΡΤΙΚ.
Ποντιακή Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com