Τα γεγονότα του πολέμου 1914 - 1915 απο το ημερολόγιο του Σανταίου Γεροστάθη Ευσταθίου Αθανασιάδη
Τα γεγονότα του πολέμου 1914-1915 μέσα από το Ημερολόγιο του Σανταίου δημοδιδάσκαλου Γεροστάθη (Ευστάθιου Τσαντεκίδη-Aθανασιάδη). Τα γεγονότα του πολέμου του 1914-1915 στη Σαντά του Πόντου. Παρακολουθείστε το βίντεο.
Δεν θυμούμαι τι με ώθησε στο να κρατήσω σημειώσεις των κυριότερων γεγονότων του καταστρεπτικού για εμάς Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Όσοι θα διαβάσουν το ημερολόγιο μου, θα θυμηθούν τις πίκρες και τα βάσανα τους, διότι όλοι μας τα ίδια βάσανα είχαμε με μικρή διαφορά στις λεπτομέρειες. Αλλά ας έρθω στο προκείμενο:
Την 21η Μαϊου του 1914 οι τούρκοι κατέλαβαν τα παρχάρια της Σάντας: Κατάρουξα, Σουλάχα και Βέρτ. Οι Σανταίοι επανειλημμένως έστειλαν αναφορά στο Βαλή (γενικό διοικητή) της Τραπεζούντας, αλλά δυστυχώς ανώφελα.
Στις 28 Μαϊου ληστεύεται το παρχάρι Πουρούν.
Στις 23 Ιουνίου ληστεύονται οι Σανταίοι που έρχονταν από την Τραπεζούντα, στην Κολλιάχαν της Γαλλίανας.
Στις 15 Ιουλίου κηρύσσεται ο πόλεμος Αυστρίας Σερβίας και ακολουθούν κι άλλοι.
Αποσφραγίζονται οι κλειστοί φάκελοι που είχαν προ πολλού διανεμηθεί σε κάθε κοινότητα και καλούνται στα όπλα όλοι οι άνδρες από 20 έως 45 ετών για να εγγραφούν στο πλησιέστερο δημόσιο γραφείο. Πολλοί Σανταίοι σπεύδουν να εγγραφούν νομίζοντας πως η τουρκία δε θα μπορέσει να αντισταθεί στη Ρωσία που είχε ασυγκρίτως υπέρτερες δυνάμεις. Από την εγγραφή απαλλάσσονται μόνο δύο ψάλτες σε κάθε εκκλησία. Ο Επίσκοπος Ροδοπόλεως Κύριλλος αντί να απαλλάξει τους πραγματικούς ψάλτες, πήρε από μερικούς 3-5 λίρες και τους προεχείρισε σε ψάλτες.
Στις 15 Σεπτεμβρίου οι Σανταίοι παρουσιάστηκαν στην Αργυρούπολη. Είχε δοθεί όμως εικοσαήμερη προθεσμία στους αγύμναστους, οπότε επέστρεψαν πίσω στη Σαντά.
Στις 3 Οκτωβρίου ήρθαν 28 χωροφύλακες και στις 4 Οκτωβρίου ο μουτεσαρίφης Αργυρουπόλεως, οι καϊμακάμηδες Άρδασσας και Τσεβιζλίκ, οι μουδίρηδες Σαντάς, Κοάς και Γιαγμούρτερε, δύο εκατόνταρχοι, ένας χιλίαρχος και 130 χωροφύλακες, καταδιώκοντας τους ληστές του ταχυδρομείου. Πήραν μερικούς στρατιώτες και όπλα και έφυγαν την επόμενη ημέρα. Την ίδια ημέρα ήρθαν άλλοι 75 χωροφύλακες οι οποίοι έφυγαν την επόμενη ημέρα.
Στις 15 Οκτωβρίου ήρθαν εισπράκτορες για τους καθυστερημένους και τους νέους φόρους. Ως τώρα η Σαντά προσέφερε 60 χρυσές λίρες για το στόλο, μερικές εκατοντάδες ορτάρια (μάλλινες κάλτσες), 4.000 οκάδες χόρτο, και 10 αγελάδες για το στρατό. Από τον Σεπτέμβριο ακόμα άρχισε να χτυπά πολλές πόρτες η πείνα, διότι η συγκοινωνία με τη Ρωσία είχε διακοπεί. Τότε οι περισσότερες γυναίκες μετέφεραν τα γιορτινά τους ρούχα στην περιφέρεια του Παϊπούρτ και έκαμαν ανταλλαγή με σιτάρι, κριθάρι ή σίκαλη. Πόσες πέθαναν, πόσες γύρισαν χωρίς γέννημα, πόσες πέρασαν μήνες ολόκληρους χωρίς ψωμί αλλά με πατάτες και λάχανα ; Όταν τελείωσαν τα ρούχα, κουβαλούσαν ότι άλλο μπορούσαν να μεταφέρουν, ακόμα και τσουχαβέλια (σκούπες φτιαγμένες από κλαδιά) ακόμα και στάχτη. Η Σαντά εξαιτίας της διακοπής της συγκοινωνίας δεν ενοχλήθηκε τον χειμώνα η δε όλη εισφορά της ήταν 30 λίρες για τη μεταφορά των πολεμοφοδίων. Δύο μόνο φορές ήρθαν χωροφύλακες ζητώντας στρατιώτες, αλλά φιλοδωρήθηκαν και έφυγαν χωρίς να πάρουν ούτε έναν Σανταίο. Οι χριστιανοί είχαν καταταχθεί στο Ινσ̆αάτ ταπουρί (τάγματα εργασίας) όπου χρησιμοποιούνταν στη διάνοιξη νέων δρόμων, στην επισκευή των παλιότερων, στο χτίσιμο σταθμών, στρατώνων, οχυρωμάτων, στη μεταφορά πολεμοφοδίων (στην πλάτη), αλλά και τροφίμων για τον στρατό και τέλος στο να καθαρίζουν τις πόλεις από τις ακαθαρσίες.
Το Μάρτιο του 1915 είχε δοθεί γενική αμνηστία στους λιποτάκτες. Στο εξής όποιος θα φύγει, θα πιαστεί, την πρώτη φορά θα φάει 40 ραβδισμούς, τη δεύτερη 70 και την τρίτη 100. Αν δεν πιαστεί ποτέ, τότε θα κάψουν το σπίτι του και αν τον δουν να φεύγει θα τον τουφεκίσουν.
Στις 12 Απριλίου του 1915 ήρθαν όλοι οι χωροφύλακες του έπαρχου. Αρχηγό είχαν τον Ομέρ Όμπασ̆η, έναν αγράμματο κούρδο και ανήμερο θηρίο. Οι χωροφύλακες ονομάζονταν Ισμαήλ, Ιμπραχίμ, Γιώργος (Κρωμναίος), και Ταχίρ. Μόνο ο τελευταίος είχε ανθρώπινα αισθήματα. Είχαν πληρεξουσιότητα να μετέλθουν κάθε μέσο : να κάψουν το σπίτι του λιποτάκτη ή ανυπότακτου, να δείρουν τους γονείς του και τη γυναίκα του, να σφάξουν τα ζώα του. Έμειναν 13 ημέρες. Πήραν 9 αντισηκώματα, πολλά φιλοδωρήματα, 13 στρατιώτες (μεταξύ των οποίων κι εμένα), κι έφυγαν. Μας συνόδευσαν στην Άρδασσα όπου μας φιλοξένησαν στη φυλακή με τους εγκληματίες. Την επόμενη ημέρα μας έστειλαν στην Αργυρούπολη όπου μας φιλοξένησαν στο στρατώνα. Ο στρατώνας ήταν ένα άθλιο κτίριο 4 επί 5 μέτρα χαμηλό με μικρά παράθυρα. Εκεί μέσα στοιβάζονταν 80 και 100 στρατιώτες. Το βράδυ ο φύλακας κλείδωνε την πόρτα κι αν κάποιος ήθελε να κάνει την ανάγκη του, έπρεπε να την κάνει εκεί μπροστά σε όλους. Μαζί μας ήταν ένας τυφλός κι ένας κωφάλαλος. Την τρίτη ημέρα κατά το βράδυ, μας έστειλαν πίσω στην Άρδασσα αλλά ήταν πια νύχτα, γι’ αυτό μας έβαλαν μέσα σε ένα χάνι του Ταλταπάν για να περάσουμε τη νύχτα. Επειδή μέσα στο χάνι ήταν άλογα και βόδια, ο Χριστόφορος Παυλίδης είπε στον τσαούση : “Αν θέλετε αφήστε μας να διανυκτερεύσουμε στο γειτονικό καφενείο, θα σας δώσουμε εγγυητή”. Ο τσαούσης έγινε μανιώδης κι έδωσε δύο μπάτσους στο πρόσωπο του Παυλίδη, φωνάζοντας: “Σίζ χάλ͜ια̤ ραχάτ μη αράγιορσουνουζ ;” δηλαδή: εσείς ακόμα ησυχία γυρεύετε;
Τότε είχαν κληθεί στα όπλα οι ηλικίες 17-20 και 45-50. Στέλνονταν στο Κελκίτ όπου γυμνάζονταν για 3-4 εβδομάδες και από κει κατευθείαν στο μέτωπο. Στην Άρδασσα μας κατέταξαν στον Ινσ̆αάτ ταπουρί (τάγμα εργασίας). Σπάζαμε χαλίκι για το δρόμο, τον επισκευάζαμε εκεί όπου χαλούσε. Το συσσίτιό μας ήταν μισή οκά ψωμί και το μεσημέρι πιλάφι από σιτάρι.
Στις 13 Μαϊου ήρθε στη Σαντά ο έπαρχος, πήρε 31 Σανταίους για στρατιώτες ηλικιών 17-20 και 45-50. Πήρε και 16 αγελάδες και έφυγε, αλλά στο δρόμο πληροφορήθηκε ότι είχε μετατεθεί, κι έτσι καθώς θύμωσε, επέστρεψε τις αγελάδες και μερικούς στρατιώτες.
Συνεχίστε την ενημέρωση σας στη επόμενη ανάρτηση με την αφήγηση για τη Σφαγή των Αρμενίων
Από το ημερολόγιο του Σανταίου Γεροστάθη. Πηγή: Ποντιακή Εστία, Τεύχη 166-168 σελ. 7166-7167. Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 1962. Εκδότης Φίλων Κτενίδης
Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com