"Άκουσ’ άκουσε νιόνυφος". Γαμήλιο άσμα Ινέπολης Πόντου. Αρχείο Μέλπως Μερλιέ.
Άκουσ’, άκουσε νιόνυφος, και κυρά συμπεθέρα.
Άκουσε τι σε μήνυσε του νιόγαμπρου η μάνα:
Έναν καιρόν μας έταξες κοράσιο να μας δώσεις,
και τώρα το θυμήθηκαμ’ κι ήρταμε να το πάρ’με.
Άκουσ’ άκουσε νιόνυφος. Γαμήλιο άσμα Ινέπολης Πόντου.
Με τετρακόσιες άρχοντες με χίλια παλικάρια.
Μάν’ άνοιξε τις πόρτες μας, κατέβα στις αυλές μας.
Μα να το ψίκι πό ‘ρχεται, κατέβα θυγατέρα,
να δεις το ψίκι πό ‘ρχεται τη νύφη που μας φέρνουν.
Σαν ήλιος λάμπει κι έρκεται σαν φεγγαράκι ‘στράφτει,
σα τη λαμπάδα τη χυτή, στις πόρτες μας εμπαίνει.
(Ως εδώ το τραγουδούν στους γάμους κι όχι παρακάτω, για να μη κακοφανεί της νύφης. Παρόλα ταύτα το δημώδες άσμα έχει και συνέχεια…)
Κόρη μ’ αν την ζήλεψες εγώ να σε τη χάσω,
(ν) Υγιέ μου, τι εσπούδιαζες και τι αλληγορεύτης;
Της πεθεράς μου οι αυλές, τρέχουν μαργαριτάρι.
Μαγείρεψε, μαγείρεψε, τα ψάρια λιβαδίσα.
Βάλε τη στα σκοτεινά, τι τρώει να μην ξέρει.
Σ’ σο πρώτο σου και δίψασε, ‘ς σο δεύτερο εστάθη,
‘ς σο τρίτο το φαρμακερό κόρη εκοντοστάθη.
Κύρ’ αντραδέρφη μάτια μου, κύρ’ αντραδέρφη φώς μου,
λίγο νερό, λίγο κρασί τώρα θα βγει η ψυχή μου.
Εδώ νερό δε βρίσκεται ούτε κρασί πουλούνε.
Κύρ’ Κωνσταντή, τα μάτια μου, κύρ’ Κωνσταντή το φώς μου.
Λίγο νερό, λίγο κρασί τώρα θα βγει η ψυχή μου.
Παίρνει γυαλί και μαστραπά τη σκάλα κατεβαίνει.
Εφτά πηγάδια γύρισε, σταλιά νερό δεν βρήκε,
άλλα εφτά εγύρισε, τότε νερό ευρήκε.
Ήρθε το μαυροχάμπαρο, στης βρύσης το κεφάλι.
Εβγάλεν το μαχαίρι του, ‘ς σον ουρανό το δίκνει.
Μαχαίρι, μαχαιράκι μου, κατέβα στην καρδιά μου.
"Άκουσ’ άκουσε νιόνυφος". Γαμήλιο άσμα Ινέπολης Πόντου. Τραγουδά ομάδα τραγουδιστριών από την Ινέπολη του Πόντου. Λύρα παίζει ο Γεώργιος Καμπουριανίδης. Τραγούδι του γάμου όταν πήγαιναν να πάρουν τη νύφη από το σπίτι για να την πάνε στην εκκλησία για τη στέψη. Όταν καλούσαν στο γάμο, έψελναν μια πίτα καμωμένη από αλεύρι, αλειμμένη με μέλι και την έψελναν μαζί με ένα κερί σε όσες οικογένειες καλούσαν στο γάμο. Αν ήταν δύο οικογένειες, έπρεπε να ψέλνουν δύο πίτες και δύο κεριά. Ο γάμος γινόταν πάντα ημέρα. Μόνο αν ήταν χήρος ή χήρα γινόταν το βράδυ μετά το φαγητό. Στίχος κοινός δεκαπεντασύλλαβος, στροφή δίστιχη, μέτρο δίσημο, τονικότητα στο πεντάχορδο του re.
Λεξιλόγιο:
Ψίκι = συνοδεία – πομπή
Θυγατέρα = αντραδέλφη
Αλληγορεύτης = αναγορεύτηκες
Λιβαδίσα = φίδια
Μαυροχάμπαρο = μαύρο χαμπέρι (κακή είδηση)
Δίκνει = δείχνει
Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com