Η μουσικοχορευτική παράδοση των Ελλήνων του Μεταλλείου Σίμ του Πόντου
Διακόσιες πενήντα χιλιάδες Έλληνες του Πόντου μετά από 28 αιώνες λαμπρής και δημιουργικής ιστορίας στα νότια παράλια της Μαύρης Θάλασσας, πήραν το δρόμο της προσφυγιάς αφήνοντας πίσω προγονικές εστίες αιώνων, περιουσίες, εκκλησίες, σχολεία και έναν μεγάλο πολιτισμό, και συμπεριλήφθηκαν στους ανταλλάξιμους πληθυσμούς με τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923 και ήρθαν στην Ελλάδα, κυνηγημένοι από το μίσος και τη μανία των Τούρκων.
Μεταλλείον Σίμ ή Κιουμίσ̌ Ματέν (Gümüş Madeni) του Νομού Σεβάστειας του Πόντου. Έτσι διακόπηκε μια ιστορική πορεία που είχε αφετηρία περίπου τον 8ο αιώνα π.Χ. και υπήρξε κινητήριος μοχλός οικονομικής και πνευματικής ανάπτυξης στην περιοχή. Ο Ελληνισμός του Πόντου αποτέλεσε τους περίφημους ακρίτες, το προπύργιο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ενάντια στις επιδρομές Περσών, Αράβων και Τούρκων. Το 1204 μ.Χ. ο Αλέξιος Κομνηνός ιδρύει την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, συνέχεια της Βυζαντινής η οποία έμελλε να πέσει στα χέρια των τούρκων οκτώ χρόνια μετά την Κωνσταντινούπολη, στις 15 Αυγούστου 1461 μ.Χ. Με την πτώση της Τραπεζούντας και για τα επόμενα 400 χρόνια ο Ελληνισμός του Πόντου έζησε συνθήκες διωγμού και φοβερής καταπίεσης. Ο χριστιανικός πληθυσμός μειώθηκε σημαντικά εξ' αιτίας των βίαιων εξισλαμισμών και της μαζικής μετανάστευσης για την απολύτρωση από τον τουρκικό ζυγό. Σημαντικός ήταν ο αριθμός των κλωστών Ελλήνων, που φαινομενικά είχαν γίνει μουσουλμάνοι, αλλά στην πραγματικότητα ήταν κρυφοί Έλληνες χριστιανοί. Τέτοιοι πληθυσμοί υπάρχουν ακόμη στον Πόντο. Η αφύπνιση έχει ήδη αρχίσει. Οι συνθήκες διαβίωσης βελτιώθηκαν εν μέρει με το διάταγμα Χάτι Χουμαγιούν του σουλτάνου το 1856 με το οποίο αναγνωρίζονταν δικαιώματα και ελευθερίες στους αλλόθρησκους της αυτοκρατορίας. Έτσι μεγάλο μέρος Ελλήνων εγκατέλειψε την ενδοχώρα και συγκεντρώθηκε στα μεγάλα αστικά κέντρα αναπτύσσοντας το εμπόριο του καπνού, των φουντουκιών, του κρασιού και άλλων προϊόντων, με κύρια κέντρα διακίνηση την Τραπεζούντα, Κερασούντα, Αμισό, Τρίπολη, Κοτύωρα, Σούρμενα, όπου οι Ελληνικές κοινότητες γνώρισαν μεγάλη οικονομική και πνευματική άνθηση στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα. Παράλληλα με το εμπόριο οι Έλληνες του Πόντου ασχολήθηκαν με τη μεταλλουργία. Η τέχνη αυτή είχε παράδοση στην περιοχή μεταδιδόμενη από γενιά σε γενιά, και οι μεταλλουργοί ήταν περιζήτητοι. Η γνώση της εξόρυξης και της επεξεργασίας των μεταλλευμάτων επι τουρκοκρατίας αποδείχθηκε σωτήρια για τους Έλληνες αφού τους εξασφάλιζε προνόμια. Το 1580 το διάταγμα του σουλτάνου Μουράτ του Γ΄ ανακήρυξε τα μεταλλεία (ματενί χουμαγιούν), ήταν δηλαδή αυτοδιοικούμενα και διοικούντο απευθείας από την Υψηλή Πύλη. Οι κάτοικοι απαλλάχθηκαν την φορολογίας ενώ είχαν το δικαίωμα της οπλοφορίας. Η μουσικοχορευτική παράδοση των Ελλήνων του μεταλλείου Σίμ. Υπεύθυνος λειτουργίας των μεταλλείων της ευρύτερης περιοχής του Πόντου ήταν ο ουστάμπασης της Αργυρούπολης. Έλληνας στην καταγωγή ο οποίος μαζί με τον ματέν-εμίνη (τούρκο επόπτη του σουλτάνου) φρόντιζαν για τον εντοπισμό νέων κοιτασμάτων και τη συγκέντρωση των μεταλλευμάτων στην Κωνσταντινούπολη. Αναλόγως με την ειδικότητα οι Έλληνες μεταλλωρύχοι διακρίνονταν σε:
α) Ματετζήδες = εργάτες των μεταλλείων, αποκλειστικά Έλληνες
β) Τσαουλτζήδες = λιθοτόμους
γ) Γαλτσήδες = υπεύθυνους για την πλύση της σκόνης
δ) Παραστάτες = όσοι επιτηρούσαν τη διάλυση των μεταλλευμάτων στις καμίνους
ε) Παλτατσήδες = τάγματα αξινοφόρων που ίδρυσε ο σουλτάνος. Σε περίοδο πολέμου υπηρετούσαν στο μέτωπο, ενώ στην ειρήνη υπηρετούσαν στα μεταλλεία. Τον άργυρο αξιολογούσαν ο Ουστάμπασης και ο Ματέν Εμίνης, τον σφράγιζαν και τον έστελναν στο κρατικό θησαυροφυλάκιο όπου καθοριζόταν η αξία του. Ονομαστά ήταν τα μεταλλεία της Αργυρούπολης (Γκιουμούς Χανέ) κωμόπολης με 300 Ελληνικές οικογένειες πριν την ανταλλαγή του 1923. Με το κλείσιμο των μεταλλείων της Αργυρούπολης στα τέλη του 18ου αιώνα ένα μέρος του πληθυσμού μετανάστευσε στον Καύκασο, στην Τρίπολη, την Κερασούντα, τα βάθη της ανατολής και της Συρίας προς αναζήτηση άλλων μεταλλείων. Ένα από αυτά ήταν και το μεταλλείο Σίμ. Γύρω στο 1800 μια ομάδα με επικεφαλής τον Χατζή Δημήτριο Χ΄΄ Στ. Ζηβαρίωνος ίδρυσε τον πρώτο πυρήνα του μεταλλείου Σίμ, στα δυτικά της Μερζιφούντας, Ν.Δ. του Γκιουμούς Χατζήκιοϊ που είναι έδρα της ομώνυμης υποδιοίκησης απέχουσα 25 χιλιόμετρα. Από την Αμάσεια το χώριζαν 35 χιλιόμετρα ενώ από την Αμισό 120. Κύρια ασχολία των κατοίκων αρχικά ήταν η εξόρυξη μεταλλεύματος, ενώ κάθε άλλη ασχολία απαγορευόταν. Με τη πάροδο του χρόνου επετράπη η ενασχόληση με τη γεωργία και το εμπόριο. Παράλληλα ιδρύθηκε Ελληνική κοινότητα στο Γκιουμούς Χατζήκιοϊ αποτελούμενη αρχικά από 6 οικογένειες από την περιοχή της Τραπεζούντας και 4 από την περιοχή της Καισάρειας. Με την εξασθένηση της εργασίας στο μεταλλείο ήρθαν ακόμη 40 οικογένειες. Έπειτα δημιουργήθηκαν το χωριά, Γάραλη με 40 οικογένειες, και Παϊράκ-Δζαμή με 6 οικογένειες που προέρχονταν από το μεταλλείο. Άλλα χωριά ήταν το Οβατζούκ και το Γιαλακλή (τουρκοχώρι) στο οποίο, το 1890 πήγαν 8 οικογένειες από το μεταλλείο. Όλα τα χωριά εκτός του Γιαλακλή, είχαν εκκλησία και σχολείο με επίκεντρο το μεταλλείο στο οποίο υπήρχε σχολαρχείο και παρθεναγωγείο. Το μεταλλείο Σίμ έκλεισε οριστικά το 1897, και επαναλειτούργησε το 1915 για 2 χρόνια. Οι κάτοικοι του μεταλλείου και των γειτονικών χωριών εκμεταλλευόμενοι κάθε ευκαιρία για γλέντι για γιορτή, οργάνωναν εκδηλώσεις οι οποίες συγκέντρωναν το ενδιαφέρον πλήθους κόσμου. Οι ευκαιρίες αυτές εκτός των βαπτίσεων και των γάμων ήταν οι μεγάλες θρησκευτικές γιορτές. Με μεγάλη λαμπρότητα γινόταν το πανηγύρι του Αγίου Γεωργίου στις 23 Απριλίου, αλλά και την ημέρα της λαμπρής με τους αγώνες πάλης όπου συμμετείχαν οι νέοι από 15 έως 40 ετών στη τοποθεσία Πέρα-Μάλ. Επίσης τον δεκαπενταύγουστο γινόταν εβδομαδιαίος εορτασμός στα παρχάρια. Τον πρώτο καιρό ο κόσμος γλεντούσε με τη λύρα, την οποία αντικατέστησε το βιολί, το ούτι και το κλαρίνο. Ξακουστός λυράρης ήταν ο Δημήτρης Θεοδοσιάδης ή Τισλένος, ενώ βιολιστής ο θρυλικός Ξανθάς, ο οποίος αργότερα εγκαταστάθηκε στο Σιδηρόκαστρο Σερρών.
Οι χοροί που χόρευαν οι Έλληνες της περιοχής ήταν:
1. Το Τίκ,
2. Το Διπλό Ομάλ'
3. Την Τρυγόνα ή Τέρς
4. Το Τσουρτούγουζ'
5. Τους Καρσιλαμάδες
6. Τα μαντίλια
7. Το κέσ' κέσ'
8. Ο κουμπάρος κέσ'
9. Το αχπαστόν Ιωάννης Κοκκινίδης - Μεταλλείον Σίμ, Γκιουμούς Μαδέν Πόντου
Οι Ματετζήδες με την ανταλλαγή των πληθυσμών εγκαταστάθηκαν στις πόλεις: Κιλκίς, Σέρρες, Σιδηρόκαστρο, Δράμα, Ξάνθη, στην Αθήνα – Ν. Φιλαδέλφεια, Ν. Ιωνία, Πευκάκια. Οι χοροί των μετελλείδων δεν έχουν τύχει διεξοδικής μελέτης ως σήμερα δεδομένης της απώλειας σημαντικού λαογραφικού υλικού μετά την τελευτή των ζωντανών φορέων της στην Ελλάδα.
Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com
Μετά απο παράκληση πολλών αναγνωστών κυρίως απο τον Πόντο δίνω την απόδοση του παραπάνω άρθρου μου και στην αγγλική γλώσσα / English version-translation
The music and dance tradition of the Greeks of the Sim mine. Two hundred and fifty thousand Pontic Greeks, after 28 centuries of brilliant and creative history on the southern coast of the Black Sea, took the path of refugee, leaving behind centuries-old ancestral homes, properties, churches, schools and a great civilization, and were included in the exchangeable populations with the Treaty of Lausanne in 1923 and came to Greece, chased by the hatred and fury of the Turks. Thus, a historical course that began around the 8th century BC was interrupted and was a driving force of economic and intellectual development in the region. The Hellenism of Pontus was the famous acrites, the stronghold of the Byzantine Empire, against the raids of Persians, Arabs and Turks. In 1204 AD Alexios Komninos founds the Empire of Trebizond, a continuation of the Byzantine Empire. It was to fall eight years after Constantinople, on August 15, 1461 AD, into the hands of the Turks. With the fall of Trebizond and for the next 400 years, the Hellenism of Pontus lived under conditions of persecution and terrible oppression. The Christian population declined significantly due to violent Islamizations and mass immigration for redemption from the Turkish yoke. A significant number of threaded Greeks, who had ostensibly become Muslims, but in reality were secret Greek Christians. Such populations still exist in Pontus. The awakening has already begun. Living conditions improved in part with the sultan's decree of hati-humayun in 1856, which granted rights and freedoms to non-believers in the empire. Thus, a large part of Greeks left the mainland and concentrated in large urban centers, developing the trade of tobacco, hazelnuts, wine and other products, with main centers of distribution in Trabzon, Giresun, Amisos, Tripoli, Kotyora, Sourmena, where the Greek communities experienced great economic and intellectual prosperity in the late 19th and early 20th century. Along with trade, the Greeks of Pontus were engaged in metallurgy. This art had a tradition in the region transmitted from generation to generation, and metallurgists were in demand. The knowledge of mining and processing ores during the Turkish occupation proved to be a lifesaver for the Greeks since it provided them with privileges. In 1580, the decree of Sultan Murad III declared the mines (mateni humayun), i.e. they were self-governing and administered directly from the Sublime Porte. Residents were exempt from taxation and had the right to carry weapons. Responsible for the operation of the mines of the wider area of Pontus was the ustabasis of Argyroupolis, a Greek of origin who, together with maten-emini (Turkish supervisor of the sultan), took care of the identification of new deposits and the concentration of minerals in Constantinople. Depending on the specialty, Greek miners were divided into: a) matetzides = miners, exclusively Greeks b) Tsaoultzis = lithotomists c) galtsi = responsible for washing the powder (d) pilasters = those who supervised the dismantling of ores in the furnaces e) coats = battalions of axiophores founded by the sultan. In times of war they served at the front, while in peace they served in the mines. The silver was evaluated by ustabase and maten-eminis, sealed and sent to the state treasury where its value was determined. Famous were the mines of Argyroupoli (Gümus Hane), a town with 300 Greek families before the exchange of 1923. With the closure of the Argyroupolis mines at the end of the 18th century, part of the population migrated to the Caucasus, Tripoli, Giresun, the depths of the east and Syria in search of other mines. One of them was the Sim mine. Around 1800 a group led by Hadji Demetrios X' St. Zivarionos founded the first core of the Sim mine, west of Merzifounta, SW of Gümus Hadjiköy, which is the seat of the homonymous sub-administration 25 km away. From Amasya it was separated by 35 kilometers while from Amisia 120. The main occupation of the inhabitants was initially the extraction of ore, while any other occupation was prohibited. Over time, it was allowed to engage in agriculture and trade. At the same time, a Greek community was founded in Gümus Hadjiköy, initially consisting of 6 families from the Trabzon region and 4 from the Caesarea region. With the weakening of work in the mine came another 40 families. Then the villages of Garali with 40 families were created, and Pairak-Dzamis with 6 families that came from the mine. Other villages were Ovatzuk and Gialakli (Turkish village) to which, in 1890, 8 families from the mine went. All villages except Gialaklis had a church and a school centered on the mine in which there was a school and a girls' school. The Sim mine was permanently closed in 1897, and reopened in 1915 for 2 years. The residents of the mine and the neighboring villages, taking advantage of every opportunity for feasting for celebration, organized events that attracted the interest of many people. These opportunities, apart from baptisms and weddings, were the major religious celebrations. The festival of St. George was held with great splendor on April 23rd, but also on the day of the glorious wrestling matches where young people from 15 to 40 years old participated in Pera-Mal. Also in August there was a weekly celebration in Parharia. In the early days people feasted on the lyre, which was replaced by the violin, oud and clarinet. The famous lyre player was Dimitris Theodosiadis or Tislenos, while the violinist was the legendary Xanthas, who later settled in Sidirokastro, Serres. The dances danced by the Greeks of the area were: 1. Tik, 2. The Double Smooth' 3. The turtle dove or Ters 4. To Tsurtugouz' 5. The Karsilamades 6. The scarves 7. The kes' kes' 8. The best man kes' 9. The Apaston. The matetzis with the exchange of populations settled in the cities: Kilkis, Serres, Sidirokastro, Drama, Xanthi, Athens – N. Filadelfia, N. Ionia, Pefkakia. The dances of the Metellides have not been thoroughly studied to date, given the loss of important folklore material after the last of its live bodies in Greece.
Pontian History & Folklore – Vasilios V. Polatidis – www.kotsari.com