Οι τελευταίες στιγμές της τραγωδίας της Σάντας του Πόντου. Ν. Τοπαλίδη - Ποντιακή Εστία τεύχη 28-29
Το σκληρό και απάνθρωπο μήνυμα είχε έρθει από την Άγκυρα. Να κοπεί σύρριζα να ξεπατωθεί πέρα για πέρα το καρκίνωμα αυτό που μεγάλωνε ξαπλωνόταν έπαιρνε διαστάσεις και απειλούσε αυτό το θεμέλιο του ντοβλετιού. Έτσι τουλάχιστον παράστησαν στην Άγκυρα τη θέση και την κατάσταση της Σάντας μέσα στο τουρκικό κράτος.
Οι τελευταίες στιγμές της τραγωδίας της Σάντας του Πόντου. Οι επιτόπιες αρχές, είτε από μίσος είτε και γιατί πραγματικά πίστευαν στη μεγάλη δύναμη των Σανταίων και στον κίνδυνο που διέτρεχε από αυτούς το ντοβλέτι τους. Και ήρθε από την Άγκυρα η απάντηση, όπως την ήθελαν: Δίωξη και καταστροφή της Σάντας της καταραμένης αυτής γκιαούρικης σφηκοφωλιάς. Να μην μείνει πέτρα επί πέτρας. Και κινητοποιήθηκε το σύμπαν κατά της Σάντας και σαν να μην έφτανε ολόκληρη μεραρχία με το πυροβολικό της, στείλανε και κοινοποίηση σε όλα τα τουρκικά χωριά της περιφέρειας Τραπεζούντας να πάρουν όλοι γενικά τα όπλα τους και να κινηθούν κατά της Σάντας με την υπόσχεση πως εκτός από τα άλλα οφέλη θα γλίτωναν και από τη στρατιωτική τους θητεία, όπως και από τις τυχόν σε βάρος τους καταδίκες όποιας φύσεως και αν ήταν αυτές. Χαρά μεγάλη λοιπόν και αγαλλίαση στους τούρκους. Επιτέλους είχε έρθει η ώρα να εκδικηθούν τη Σάντα που σαν βασίλισσα διακρινόταν και κυριαρχούσε με το πνεύμα και τον πολιτισμό της σε όλη τη γύρω περιοχή. Την Σάντα που ήταν πάντα κάρφος στα μάτια τους, τη Σάντα που την μισούσαν μα και την έτρεμαν, δεν τη χώνευαν μα και τη σέβονταν. Έτσι στο προσκλητήριο κυβερνητικό τους μήνυμα ξεσηκώθηκαν όλοι οι τουρκαλάδες, κουτσοί και στραβοί, όλο το μπουλούκι των τσετέδων, όλοι οι τούρκοι του σχοινιού και του παλουκιού, για να λεηλατήσουν, να κάψουν και να ρημάξουν τη Σάντα. Έτσι γράφτηκε η τραγωδία της Σάντας. Καημένη Σάντα. Σα να μάντεψες τι σε περίμενε και το ‘ριξες εκείνη τη χρονιά στο γλέντι για να ρουφήξεις και να απολαύσεις αχόρταγα ότι σου μείνε στη ζωή. Και ανάστησες εκείνη τη χρονιά όλα τα πιο παλιά ήθη και έθιμα σου και γιόρτασες με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια τις γιορτές των αγίων σου και διοργάνωσες χορούς και διασκεδάσεις. Ήταν αλίμονο το κύκνειο άσμα σου. Θέλησες με τραγούδια και χορούς να αποχαιρετήσεις τη ζωή, όπως έκανε σε μια άλλη πιο μακρινή εποχή, μια αδελφούλα σου, με το δοξασμένο όνομα της οποίας τιμήσανε και σένα. Οποίες τραγικές στιγμές ζήσαμε και τι ανείπωτο μαρτύριο περάσαμε! Ακόμα και τώρα που το διηγούμαι με πιάνει ρίγος. Όλοι οι άνδρες που μείναμε φυλακισμένοι μέσα στην εκκλησία του χωριού Ισχανάντων αφήσαμε τις οικογένειές μας στην διάθεση των θηρίων εκείνων χωρίς καμία προστασία. Καμία πένα και η πιο δυνατή ακόμα δεν μπορεί να περιγράψει την ψυχική αγωνία μας τις στιγμές εκείνες. Υπάρχει αγωνία που κοντά της ο θάνατος είναι λυτρωτής. Είδα ύστερα και σαν στρατιώτης και σαν εξόριστος στην τουρκία και βάσανα και μαρτύρια και περιπέτειες απέναντι όμως όλων αυτών, η αγωνία που έχω περάσει τις τραγικές εκείνες στιγμές, φυλακισμένος μέσα στην εκκλησία χωρίς να ξέρω και χωρίς να μπορώ να δώσω καμία βοήθεια στην κινδυνεύουσα οικογένειά μου, προσπερνάει όλες τις άλλες περιπέτειες κατά τις οποίες παρά τρίχα είχα γλιτώσει από βέβαιο θάνατο. Βλέπαμε από τα παράθυρα της εκκλησίας τους ανθρώπους μας του απέναντι χωριού Ζουρνατσάντων να διώχνονται από τα σπίτια τους, να δέρνονται να πέφτουν λιπόθυμοι και φανταζόμαστε ότι η ίδια κατάσταση ήταν και στα άλλα χωριά. Και όσο τις βλέπαμε άλλο τόσο εντεινόταν τα δάκρυα και οι επικλήσεις μας στο Θεό για να έρθει σε βοήθεια και όταν τελευταία μας έβγαλαν από την εκκλησία και μας έφεραν στο χωριό Πιστοφάντων όπου συγκέντρωσαν τα γυναικόπαιδα όλων των χωριών και είδα την οικογένειά μου ανάσανα, συνήλθα και δοκίμασα μεγάλη χαρά. Όχι γιατί γλιτώσαμε παρά γιατί θα πεθαίναμε μαζί. Είχαμε τη γνώμη ότι μας περίμενε η τύχη των Αρμενίων και μια αποφράδα ημέρα του Σεπτέμβρη του 1921, όλος ο πληθυσμός της Σάντας ξεκίνησε για το Γολγοθά του με κουστωδία μεγάλου στρατού. Σε διαστήματα όταν μας ερχόταν η διαταγή του επικεφαλής αξιωματικού να καθίσουμε πάνω στα βουνά, έχοντας για παράδειγμα το προηγούμενο των Αρμενίων, περιμέναμε το τουφεκίδι. Στην Αργυρούπολη ξεχώρισαν και επιστράτευσαν τους άνδρες. Τα γυναικόπαιδα με βάσανα και πεζοπορία ολόκληρου μηνός τα έφεραν στο Κουρδιστάν στις εκτάσεις του οποίου άφησαν τα περισσότερα τα κόκαλά τους από τις κακουχίες, την πείνα και τις αρρώστιες. Η μανία των τούρκων δεν περιορίστηκε μόνο στον πληθυσμό της Σάντας μα ξέσπασε και στις πέτρες της, ύστερα από την απέλαση του πληθυσμού και τη μάχη που έγινε με τους Σανταίους αντάρτες δόθηκε η διαταγή της λεηλασίας και της πυρπόλησης της Σάντας. Η διαταγή έλεγε να μη μείνει πέτρα επί πέτρας, να μη μείνει κανένα σημάδι της ξακουσμένης κωμόπολης που με την παλικαριά και με την πρόοδο της προκαλούσε τον φόβο και τον τρόμο μα και το σεβασμό των τούρκων. Σαντά (Σάντα Επαρχία Χαλδίας Πόντου - Playlist)
Οι τελευταίες στιγμές της τραγωδίας της Σάντας του Πόντου - Ν. Τοπαλίδη - Πηγή: Ποντιακή Εστία τεύχη 28-29
Ποντι(α)κή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατιδης – www.kotsari.com