Η Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου Κελώρη (Κελώρια Χαλδίας Πόντου)

Η αχειροποίητος και θαυματουργός εικόν του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου στο καθολικό της Ιεράς Μονής του Ζωγράφου, Αγίου ΌρουςΣε δωδεκάωρη απόσταση από την Αργυρούπολη στην περιφέρεια των Χερροιάνων όχι μακριά από το χωριό Ταρσός βρίσκεται η Ιερά και σεβάσμια Μονή του Αγίου Γεωργίου του επίκλην Κελώρη, η οποία εορτάζει την 23 Απριλίου, την επέτειο της ονομαστικής εορτής, οπότε και προσέρχονται από τα γύρω χωριά πολλοί προσκυνητές.

Έλαβε την επωνυμία Κελώρη από την περιφέρεια στην οποία βρίσκεται και κτίστηκε στα ερείπια αρχαίου βυζαντινού ναού του Αγίου Γεωργίου, όπως η εγχώριος Ιερά Παράδοσις διαλαλεί.  Η Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου στην Κελώρη (Κελώρια Χαλδίας Πόντου) Α' ΜΕΡΟΣ. Όταν το 1842 ο † Ιερεμίας Γεωργιάδης, ο έπειτα επίσκοπος Κολωνίας προσκλήθηκε από τη Βασιλεύουσα από το Αγιοταφικό Μετόχιο στο οποίο υπηρετούσε ως ιεροδιάκονος του Αγίου Θαβωρίου κυρού † Ιεροθέου του και έπειτα Πατριάρχου Ιεροσολύμων διατελέσαντος, ήρθε στην Αργυρούπολη και εισήλθε στην υπηρεσία της Ιεράς ημών Μητροπόλεως ως Πρωτοσύγκελλος του εκ πατρός θείου του, † Θεόφιλου Μητροπολίτου Χαλδίας, παρατήρησε ότι τα διάφορα τμήματα της θεοσώστου ταύτης επαρχίας με τους υπερανθρώπους και άτρωτους μόχθους και πόνους του μεγάλου ευεργέτου της πατρίδος αοίδιμο κυρίου † Γεωργίου κ. Παπαδόπουλου, ικανώς είχαν ευοδωθεί στην παιδεία, μόνο δε η περιφέρεια Χ̆ερροιάνων διέκειτο σε βαθύ σκότος αμάθειας και απαιδευσίας. Επιθυμών δε εξίσου να προικοδοτήσει και ταύτην με τη συμβουλή του μνησθέντος αοιδίμου Κυριακίδη στο να ανεγείρει ένα Ιερό Προσκύνημα το οποίο σαν λύχνος πολύφωτος της παιδείας, να δίδει το φως των γραμμάτων εις τους πέριξ ομογενείς αλλά και εν καιρώ καταδρομής να χρησιμεύσει ως προπύργιο του ελληνισμού. Κάτω από αυτούς τους φιλογενεστάτους σκοπούς και των εθνωφελεστάτων αισθημάτων εμφορούμενοι και περί την παιδεία θερμός πάντοτε αναδειχθείς ίνα κατά τους διδασκάλους της πατρίδος, Περικλή Τριανταφυλλίδη και Σάββα Ιωαννίδη είπω, † Ιερεμίας Γεωργιάδης ανήγειρε το 1848 την εν λόγω Μονή πάνω στα ερείπια του κάστρου του, διαβόητου ήρωα Βασίλειου Διγενούς Ακρίτα, όπερ επί των βυζαντινών ελέγετο Λευκόπετρα επί δέ το νεώτερον κατά παράδοση Ασπρόπετρα. Και πρωτίστως δια καταλλήλων τεχνητών κατόρθωσε εντός του παρά τη Μονή βράχου να εγγράψει το Ναό ούτως ώστε άπαντα τα εν τω Ναώ, οι τέσσερις στύλοι, το Άγιο Βήμα, η Αγία Τράπεζα, η Πρόθεσις και τα λοιπά μέρη του Ναού να αποτελούνται έκ λίθων ακεραίων του βράχου, ούτος δε εκτίσθη ο Ναός της Μονής όστις απετέλεσε μοναδική ωραιότητα και μεγαλοπρέπεια πάντων των της επαρχίας Ναών. Μετά δε συν τω χρόνω ανήγειρε και προ του Ναού σε τρεις σειρές δώδεκα μεγάλα ευρύχωρα και λαμπρά δωμάτια ως και τρία ακόμα αργότερα δια τους μονάζοντας τους οποίους και περισυνήγαγε εκ των διαφόρων σημείων της επαρχίας μας, κατέστησε δε και επ’ αυτών ηγούμενον εκ του Ποταμίου της περιφέρειας Δερραίνης καταγόμενον και εν γένει ερρύθμισε τα της Μονής ως και τα των άλλων Μονών της επαρχίας Χαλδίας. Επροίκισε δε αυτό το Ιερόν τούτο Σεμνείον δια πολλών αναγκαιοτάτων επίπλων και δια θυσίας γενναίας 400 λιρών αγόρασε και προσήρτησε στη Μονή γαίας 600 κοτών περιοχής και με αυτό τον τρόπο εξασφάλισε την μελλοντική απρόσκοπτη σταδιοδρομία της Μονής. Και αυτός μεν ήταν όπως έχουμε πει ο ένας σκοπός του, η ίδρυση δηλαδή μοναστηριού στην περιφέρεια Χ̆ερροιάνων διά του οποίου και προστατεύθηκε ο τα πάνδεινα ενταύθα υποφέρων Ελληνισμός εκ των πέριξ άγριων και ατίθασων Καρδούχων, Κιρκασίων Τουρκομάνων και Οθωμανών, αλλά ο κύριος σκοπός του πολυτίμου τούτου ανδρός ήταν όπως είπαμε, η εκπαίδευση του πέριξ ομογενούς και ομόγλωσσου στοιχείου και προς τούτο το σκοπό του το 1858 ίδρυσε στη Μονή και τέσσερα ακόμη δωμάτια (κελιά) για τη στέγαση Σχολής και περισυνήγαγε εκ των πέριξ χωρίων περίπου πενήντα μαθητάς στους οποίους διαμένοντας εν τη σχολή και σιτιζόμενους εκ του κοινού των Μονών εδιδάσκοντο τα μαθήματα τέλειας Αστικής Σχολής υπό δύο ευπαιδεύτους διδασκάλους. Τούτων, ένας ήταν ο σχολάρχης ο περικλεής και πασίγνωστος ανά τα Χαιρίαννα και την Τυρολίαν δια τους υπέρ της διαδόσεως της παιδείας μόχθους, μαθητής του Γεωργίου Κυριακίδου και απόφοιτος του Ελληνικού των Αργυροπολιτών Φροντιστηρίου, Ελληνοδιδάσκαλος Ιωάννης Γρηγορίου Ροδοκανάκης, ο εκ του χωρίου Κάτω Ταρσός των Χαιριάννων. Και η σχολή αυτή αν και ολίγα χρόνια αριθμούσε στο βίο της, εντούτοις, μεγάλες ωφέλειες παρέσχε στην περίοικο καθότι πολύ φιλομαθείς εντεύθεν αποφοιτώντες και εν τοις εκπαιδευτήριοις της Αργυρουπόλεως ικανώς τελειοποιούμενοι, διεκλαδίζοντο ανά τα διάφορα τμήματα των Χαιριάννων και κατά το ενόν αυτής διέδιδον δια της διδασκαλίας των, ικανόν φως παιδείας. Έτσι λοιπόν έχουσα κατά την ίδρυση του Μοναστηριού τούτου και αν και ο μέγας ούτος ανήρ και νεότητα και πλούτον και τα πάντα εθυσίασε υπέρ του ιερού τούτου σεμνείου (Μονής και σχολής), εντούτοις πληρέστερα έτυχε των υψηλών και ένθεον αυτού σκοπόν. Τόσο πολύ δε εφείλκυσε την αγάπη και τον απεριόριστο σεβασμό των κατοίκων της περιφέρειας ταύτης, ούτως ώστε όταν όχι πολύ μετά το 1860 ο † Ιερεμίας Γεωργιάδης εκλήθη στο Επισκοπικό αξίωμα και εκρίθη άξιος διάδοχος του θείου του † Θεόφιλου Μητροπολίτου Χαλδίας και επί τούτου μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, πρώτη μεταξύ των πρώτων η περιφέρεια Χεριάννων συνόδευσε αυτόν δια της εξής συστατικής επιστολής στο σωζομένης παρ΄ ημίν εν αντιγράφω:
«Παναγιώτατε και Θειότατε Δέσποτα και Αγία και Ιερά των Σεβασμίων Γερόντων Σύνοδος, την ιεράν ημών δεξιάν ταπεινώς και ευλαβώς προσκυνούμεν. Οι μετ’ άκρας ευλαβείας και υιϊκού σεβασμού υποσημειούμενοι κάτοικοι των Χερροιάνων αφού πρώτον εκθέσωμεν τον φόρον της ευγνωμοσύνης ημών και τα ένθερμα της καρδιάς σεβάσματα δια την διηνεκή εφ’ ημών μέριμναν και μητρικήν προστασίαν της Υπεραγίας Πανσεβάστου Θειότητος και της Αγίας Συνόδου τολμώμεν να αναφέρουμε ευσεβάστως ότι συνεπώς και σύμφωνως με την έγκριση και απόφαση απάσης της επαρχίας κατά μέρος και ημείς δεχόμεθα παμψηφεί διάδοχον του νυν Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου ημών και θεωρούμεν άξιον του επισκοπικού αξιώματος τον Πρωτοσύγκελλον αυτού Πανοσιολογιότατον κ. Ιερεμίαν διά τε την παιδείαν και τάς αρετάς αυτού και δια τον ακάματον ζήλον και τους αγώνας ους ενδελεχώς επιδείκνυται προς σωτηρίαν ημών και εκπαίδευση. Εάν σύμπασα η επαρχία οφείλει να ευγνωμονεί αυτώ δια τας υπέρ του κοινού καλού προσπάθειας και των υπέρ της εκπαιδεύσεως του λαού φιλόμουσον ζήλον, πλείστης όσης ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας πάντες χρεώσται είμεθα ημείς οι κάτοικοι των Χερριάννων, δι ούς οικούντας εν χώρα τρισβαρβάρω περιστοιχισμένης υπό Κούρδων και Τουρκομάνων και κινδυνεύοντας να απολέσωμεν και γλώσσα και θρησκείαν, ωκοδόμησε και εσύστησε με ίδια έξοδα μεγαλοπρεπές Σχολείον, αληθές προπύργιον της τε θρησκείας και του εθνικισμού και της πολιτικής σωτηρίας ημών, εν ώ την σήμερον ακόμη δωρεάν και τρέφονται και εκπαιδεύονται τα ιερά γράμματα έως πεντήκοντα μαθηταί υπό δύο διδασκάλων. Ένεκα τούτου προσπίπτομεν και παρακαλούμε θερμώς την Ευεργετικήν Αυτής Παναγιότητα ίνα εν τη πατρική αυτής αγάπη ευδόκησασα συγκατανεύσει και εκπληρώση τας κοινάς μετά της επαρχίας ευχάς και δεήσεις ημών ταύτας εγκρίνουσα και χειροτονούσα αυτόν διάδοχον και Επίσκοπο της Επαρχίας μας. Αναστρέφοντες εν νώ την διηνεκή Μητρικήν αγάπην και συγκαταβατική εύνοιαν της Αγίας του Θεού μεγάλης εκκλησίας υπέρ της του Χριστού λογικής ποίμνης, δεν αμφιβάλομεν ότι θέλουσι τύχει ηχούς και ευμενούς ακροάσεως αι ταπειναί ημών αύται υιϊκαί δεήσεις. Διό εξαιτούμεθα μετά παρακλήσεων τας Παναγίους και θείας Αυτής ευχάς και ευλογίας και μετά σεβασμού υποσημειούμεθα.
Της Προσκυνητής Αυτής Παναγιότητος και της περί Αυτήν Ιεράς και Σεβασμίας Συνόδου.
Ταπεινότατοι και υποκλινέστατοι δούλοι.
Εν Χερριάνοις τη 6η Ιανουαρίου 1860.
Η Ελληνική Κοινότης Χεριάννων”.

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον αναφέρει σχετικώς περί του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Νικοπόλεως κυρού Ιερεμία τα ακόλουθα: «Ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Νικοπόλεως κυρός Ιερεμίας. (περ. 1800-1878). Ο Χατζή Ιερεμίας Γεωργιάδης γεννήθηκε στη συνοικία Ποταμόπον στο χωριό Άδυσσα του Πόντου (σημερινό Yıldız της Επαρχίας Τορούλ του Νομού Αργυρουπόλεως) περί το 1800. Ήταν ανεψιός εκ πατρός του Μητροπολίτη Χαλδίας Θεοφίλου (1830-1864). Εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Παναγίας Γουμερά του Πόντου. Σπούδασε στη Σχολή του Αγιοταφιτικού Μετοχίου της Κωνσταντινουπόλεως υπό την προστασία του Αρχιεπισκόπου Θαβωρίου Ιεροθέου, του οποίου υπήρξε Διάκονος. Επανίδρυσε την Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου του Χαίνου (Çakırkaya Kilisesi) κοντά στο χωριό Κελώρια ή Λευκόπετρα της Επαρχίας Χεροιάνων (σημερινό χωριό Çakırkaya). Υπηρέτησε επίσης ως Πρωτοσύγκελος της Μητροπόλεως Χαλδίας. Στις 14 Φεβρουαρίου 1860 χειροτονήθηκε στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως τιτουλάριος Επίσκοπος Μυρέων, Βοηθός Επίσκοπος της Μητροπόλεως Χαλδίας. Τη χειροτονία τέλεσε ο Πατριάρχης Αντιοχείας Ιερόθεος, συμπαραστατούμενος από τους Μητροπολίτες Αμασείας Σωφρόνιο, Προύσης Κωνστάντιο, Σαμακοβίου Ματθαίο και Σβορνικίου Αγαθάγγελο. Στις 27 Νοεμβρίου 1864 εξελέγη Επίσκοπος Νικοπόλεως (του Πόντου). Εκοιμήθη στην Επαρχία του τον Οκτώβριο του 1878».  Χριστιανισμός στον Πόντο / Θρησκευτικές Παραδόσεις

Τέλος πρώτου μέρους, η συνέχεια στο επόμενο.

Η Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου Κελώρη (Κελώρια Χαλδίας Πόντου). Πηγή: Το Προσκυνητάριον ήτοι Ιστορία των κατά την Χαλδία Θείων, Ιερών και Σεβασμίων Μονών του αειμνήστου διδασκάλου κ. Γεωργίου Κανδηλάπτου Κάνεως

Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία – Βασίλειος Β. Πολατίδης – www.kotsari.com 

Pin It

Print

Add comment


Security code
Refresh

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ