• Home
  • Γλώσσα
  • Ιδιωματισμοί της Ποντιακής Διαλέκτου. Π.Η. Μελανοφρύδη: Τσούνα και μιαντή. Τρικέφαλον οφίδ’. Άγιος ο Κύρτς. Τη συντέκν’ ιμ’ το χωράφ’ έτον. Άπιστον ουντάν ομνύ’ ο πιστεμένον πιστεύ’ α̤τον. Άρκον. Δ' Μέρος.

Ιδιωματισμοί της Ποντιακής Διαλέκτου. Π.Η. Μελανοφρύδη: Τσούνα και μιαντή. Τρικέφαλον οφίδ’. Άγιος ο Κύρτς. Τη συντέκν’ ιμ’ το χωράφ’ έτον. Άπιστον ουντάν ομνύ’ ο πιστεμένον πιστεύ’ α̤τον. Άρκον. Δ' Μέρος.

Ελληνίδες Κοτυωρίτισσες με τις επιχώριες παραδοσιακές τους ενδυμασίες.Τσούνα και μιαντή
Στην περιφέρεια Κρώμνης μεταχειρίζονταν την ύβρη αυτή: τσούνα και μιαντή, προς παντός στις γυναίκες σε σοβαρούς καβγάδες. Ήταν μια απ τις πιο σοβαρές ύβρεις και στρεφόταν κατά της ηθικής και της τιμής της υβριζόμενης η οποία παρομοιαζόταν με σκύλα αδιάντροπη, μιασμένη, βρωμερή, μολυσμένη γυναίκα.

Η ύβρις τσούνα και τσουνίν ήταν περισσότερο συνηθισμένη και κοινή μάλιστα ανάλογη με το σ̆κύλλε και σ̆κυλλίν (για τους άνδρες) χωρίς να προσβάλει την τιμή του ή της υβριζόμενης. Όταν συνδυάζονται και οι δύο λέξεις μαζί: τσούνα και μιαντή σήμαιναν: ξετσίπωτη πόρνη.

Τρικέφαλον οφίδ’
Για πολύ άτακτα παιδιά έλεγαν: άμον τρικέφαλον οφίδ’, ενώ για τα κλαψιάρικα βρέφη : Αγίας Κερεκής άψιμον / που με τις κλάψες και ανησυχίες τους ταλαιπωρούσαν τις μάνες τους. Υπήρχε και «Τ’ οφιδί το φόρεμαν», κάθε χρόνο τα φίδια αλλάζουν το εξωτερικό περίβλημα του “δέρματος τους”, ένα λεπτό άσπρο εύθραυστο φόρεμα το οποίο στον Πόντο το χρησιμοποιούσαν σαν φάρμακο. Υπήρχε επίσης και η έκφραση : «Οφιδί μοιασίδας έχ̆» που την χρησιμοποιούσαν για άνθρωπο αποκρουστικό, άγριο και σκληρό, όμοιο με φίδι. Για γυναίκα άγρια, σκληρή και άπονη έλεγαν: «άμον τσαπνίτσα», δηλαδή, σας γυναίκα της φυλής των τσαπνήδων που θεωρούνταν άγριος λαός που βρισκόταν ως νομάδες στα βουνά του Πόντου.

Άγιος ο Κύρτς!
Όταν κάποιος ομιλητής εν τη ρύμη του λόγου του (ιδίως περί γερόντων), τύχαινε να του ξεφύγει μια λεπτομέρεια, μια λέξη ή ένα όνομα και κάποιος ακροατής εκ των συμφραζομένων καταλάβαινε, και επενέβαινε συμπληρώνοντας το κενό, τότε ο ομιλητής με αίσθημα ευχαρίστησης αποδεχόταν την συμπλήρωση αυτή με την φράση: Άγιος ο κύρτς. Αυτό σήμαινε Μπράβο, ν’ αγιάσουν τα κόκκαλα του πατέρα του (λόγω του ότι ο ακροατής παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την ομιλία του ομιλητή και τρόπον τινά τον τιμούσε με την προσοχή του), χάριν αστειότητος οι νέο συμπλήρωναν: Άγιος ο κύρτς και ζερκαδία η μάννα σ’.

Τη συντέκν’ ιμ’ το χωράφ’ έτον
Άγνωστο από ποιο περιστατικό προέκυψε η φράση αυτή, αλλά προσδιόριζε κάτι που χάθηκε για πάντα, που διέφυγε ανεπιστρεπτί. «Ατό τη συντέκν’ ιμ’ το χωράφ’ έτον, ανάσπαλον α, επήγεν, ‘κ̆ι’ κλώσ̆κεται». Άλλη φράση: Το χωραφόπο μ’ εδέβαν ατο (ειρωνική έφραση) που σήμαινε, αυτό το περάσανε, είναι πλέον ξεπερασμένο.

Άπιστον ουντάν ομνύ’ ο πιστεμένον πιστεύ’ α̤τον
Η φράση έχει τη σημασία ότι : ο άπιστον (δηλαδή ο ψεύτης, τον επίορκος) όταν βεβαιώνει κάτι με όρκο, ο πιστεμένον (δηλαδή ο πιστός, ο σεβόμενος τον όρκο) τον πιστεύει, γιατί υποθέτει ότι και ο επίορκος θα σεβαστεί τον όρκο του. Γενικώς σημαίνει τον αφελή, τον εύπιστο που γίνεται θύμα του ψεύτη.

Άρκον
Η αρκούδα δεν ήταν τόσο αποκρουστικό ζώο όπως ίσως θα πίστευαν κάποιοι. Άρκος λέγεται το αρσενικό και άρκαινα ή αρκοτσούνα το θυλυκό, ενώ το νεογνό λέγεται παλλάχ ή αρκοπάλλαχον. Εκ της λέξεως άρκος έχουμε πολλά παράγωγα, όπως: Αρκουδέτας = τα καμώματα της αρκούδας, Αρκουδεύω = αρκουδίζω, το συνήθιζαν τα παιδιά που βάδιζαν στα τέσσερα, Αρκοτούζακον = παγίδα για αρκούδες, Αρκομά̤λια = ασθένεια, μά̤λια = ψώρα, Αρκόλολον = άνθος ενός κατακόκκινου λουλουδιού σαν μεγάλη παπαρούνα, Αρκουδία = άρκαινα, λεγόταν με ονειδισμό για αδέξιες γυναίκες. Ο Άρκος ήταν χορτοφάγος (χορτοφάγας) και δεν επιτιθόταν στους ανθρώπους εκτός εάν δεχόταν ενόχληση ή ερεθισμό εκ μέρους των ανθρώπων. Ποτέ δεν ακούστηκε άρκος να έχει φάει άνθρωπο. Περιπτώσεις δαξίματος (δαγκώματος) υπήρχαν αλλά όχι κατασπαραγμού. Σύμφωνα με την παράδοση (μυθολογία) μεταξύ ανθρώπου και αρκούδας υπήρχε συγγένεια. Αναφέρεται: Άρκον άρθωπος έτος κι έλεγαν ατον Βασίλ’. Έναν ημέραν ο Βασίλτς εξέβεν ΄ς έναν κεράσ̆ απάν’ κι’ έτρωγεν κεράσ̆ια̤.. Ζέστα̤ έτον κι ο Χριστόν πά έτυχεν να περάν’ επ’ εκέσ’, νεγκασμένος και διψασμένος και παρεκάλεσεν ατόν να σύρ’ α̤τον ολίγα κλαδόπα κεράσ̆ια̤ να τρώη ατά και σεριλια̤εύκεται. Αμάν ο Βασίλτς έσυρεν ατον πιπίλα̤. Ο Χριστόν πα εκατερέθεν ατόν και είπεν ατόν να γίνεται άρκος. Ας ατότες κιάν’ τον άρκον έλεγαν ατον Βασίλ’ – Αρκοβάσιλον.

Ιδιωματισμοί της Ποντιακής Διαλέκτου. Π.Η. Μελανοφρύδη Β΄ Μέρος. Διαβάστε και τα επόμενα αφιερώματα μαθαίνοντας έτσι τον πλούτο της ποντικής διαλέκτου. Πηγή: Π.Η.Μελανοφρύδης - Ποντιακή Εστία Τεύχος 147 - 168ον

Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία – Βασίλειος Β. Πολατίδης – www.kotsari.com 

Pin It

Print

Add comment


Security code
Refresh

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ