Ιδιωματισμοί της Ποντιακής Διαλέκτου Παντελή Η. Μελανοφρύδη. Τ’ ομμάτα̤ και τ’ οφρύδα̤ (μάτια και φρύδια).
• Τ’ οφρύδα̤ τ’ τσ̆ατμάδας = έχει ενωμένα τα φρύδια. Για τον άντρα ήταν σημείο ομορφιάς.
Ιδιωματισμοί της Ποντιακής Διαλέκτου. Π.Η. Μελανοφρύδη για τ’ Ομμάτα̤ και τ’ Οφρύδα̤
• Γαϊτάντ’ς ή γαϊτανόφρυδος = τα φρύδια του σαν γαϊτάνι = όμορφος. Το σχετικό δημοτικό άσμα αναφέρει: “Τ’ οφρύδα̤ σ’ κόφ’νε τον πασ̆αν, τ’ ομμάτ͜ια σ’ βασιλέα” = δηλαδή τρελαίνουν τους ανθρώπους με την ομορφιά τους.
• Πιπιλομάταινα = μαυρομάτα με μικρά ζωηρά μάτια, άμον πλουμία ή άμον πιπίλα̤.
• Γορδύλτ’ς ή Γορδυλομάτ’ς = ο άνθρωπος του οποίου τα μάτια (οι βολβοί των ματιών) προεξέχουν
• Αγγελομάτ’ς = όμορφος σαν άγγελος
• Τσαρομάγος = με μικρά μάτια που μόλις ανοίγουν
• Τ’ ομμάτα̤ τ’ άμον αρκούτσονος = με μάτια σαν μικρής άρκτου (αρκούδας)
• Ματοτζάτζα̤ και ματόκλαδα = βλεφαρίδες
• Ομματιάζω = βασκάνω, εξ’ ου και ομματίαμαν = βασκανία
• ‘Ματοπονίος = πόνος των ματιών
• Μαυρομάτ’ς = μαυρομάτης
• Τσ͜ιακλέας ή Τσι͜ακλής ή Τσι͜ακλα̤ροματία (γαλανομάτης – γαλανομάτα)
• Τσ̆απρός = αλλοίθωρος
• Η κόρ’ τ’ ομματί = η ίριδα του οφθαλμού
• Ματέα = ματιά
• Κρούω ομμάτ’ = κάνω νεύμα με το μάτι
• Γαρδηλώνω τ’ ομμάτα̤ (κι όχι γορδυλώνω) = ανοίγω τα μάτια μου από φόβο ή έκπληξη
• Τσ̆ουλώνω τ΄οφρύδα̤ = κατσουφιάζω
Ιδιωματισμοί της Ποντιακής Διαλέκτου Παντελή Η. Μελανοφρύδη για τ’ ομμάτα̤ και τ’ οφρύδα̤ . Πηγή: Ποντιακή Εστία τεύχος 51-55-56
Ποντιακή Διαλεκτολογία & Λαογραφία – Βασίλειος Β. Πολατίδης – www.kotsari.com