Τοπάλ Οσμάν Φερεντίν Ζατέ. Ο μαύρος δαίμονας του Πόντου, α' μέρος
Πεντακόσια χρόνια δουλείας του έθνους κάτω από τον απηνέστερο ζυγό των τούρκων, δεν έχει να παρουσιάσει θλιβερότερη σελίδα από εκείνη την οποία αφήνει η αιματοβαμμένη εποχή του οσμάν αγά. Καμία αναλογία δε μπορεί να γίνει για τη θεομηνία με τις περιοδικές σφαγές τις οποίες από καιρού εις καιρόν εφάρμοζαν οι τουρκικές κυβερνήσεις κατά των χριστιανών. Είναι αλήθεια ότι οι τούρκοι προχωρούν σε διωγμούς πάντα με υποδείξεις των κυβερνήσεων τους, τις οποίες τις εφαρμόζουν με σύστημα και σχέδιο.
Οι διαταγές του κομιτάτου και του απαίσιου κεμάλ μουσταφά περί ολοσχερούς καταστροφής των χριστιανών, βρίσκει τεράστια ανταπόκριση από τον τουρκικό πληθυσμό, ώστε δεν έμενε τίποτε άλλο παρά να δοθεί το σύνθημα της επίθεσης από ένα και μόνο άνθρωπο για να ζωντανέψει η κόλαση. Η τουρκική φυλή ερεθισμένη από τη γενική αποτυχία και τις συμφορές του γενικού πολέμου αφενός και αφετέρου συνηθισμένη στις σφαγές των ραγιάδων και στην υφαρπαγή των περιουσιών τους, ήταν έτοιμη να ξεθυμάνει εναντίων των ανυπεράσπιστων Ελλήνων. Δείτε το πρώτο μέρος του βίντεο για τον Οσμάν Φερεντίν Ζατέ. Ο μουσταφά κεμάλ δεν έκανα τίποτε περισσότερο από το να ξεκλειδώσει τον φανατισμό των αδερφών του, γνωρίζοντας πολύ καλά τα αισθήματα, τις ορέξεις και το ατελείωτο μίσος τους κατά των χριστιανών. Ούτε κατά την περίοδο των γενιτσάρων, ούτε στις αλώσεις φρουρίων και πόλεων, ούτε κατά το 1821, ούτε στις μεγάλες σφαγές των Αρμενίων, φάνηκαν οι τούρκοι τόσο άγριοι και αχαλίνωτοι σε κτηνωδία και απανθρωπιά. Στην προκειμένη περίπτωση δε δόθηκε καμία χάρη, ούτε περίοδος ή προθεσμία ειρήνης. Ένας μόνο όρος υπήρχε, αυστηρός και άτεγκτος : Η εξόντωση των χριστιανών με κάθε μέσον, αδιακρίτως φύλλου ή ηλικίας. Κάθε χριστιανός ήταν επικηρυγμένος και κάθε πιστός τούρκος είχε το δικαίωμα να τον σκοτώσει σε κάθε ευκαιρία. Στην Κερασούντα, όλη η εξέχουσα κοινωνική τάξη, για μεγάλο χρονικό διάστημα αναγκάστηκε σε καταναγκαστικά έργα, εργαζόμενη χειρονακτικά για τη μεταφορά λίθων προκειμένου για την οικοδόμηση των ιδιόκτητων κτηρίων του οσμάν αγά και έπειτα μέρα μεσημέρι σφάχθηκαν αγρίως άπαντες. Η φιλαρμονική της πόλεως η οποία αποτελείτο από σπουδαίους και φιλόμουσους νέους για μεγάλο χρονικό διάστημα αναγκάστηκε να νανουρίζει τον αιμοδιψή τύραννο στις οργιαστικές του τελετές. Στο τέλος όμως εσφάγισαν κατά τον πλέον αξιοθρήνητο τρόπο. Μόνο ένα μέλος της κατάφερε να διαφύγει. Επιστήμονες, γιατροί, δικηγόροι, ιερείς, έμποροι και διανοούμενοι από κάθε τάξη κάθε μέρα στέλνονταν στη σφαγή απ τον οσμάν αγά. Χριστιανοί στέλνοντας στα δικαστήρια της ανεξαρτησίας χωρίς λόγο ή αδίκημα και καταδικάζοντας σε θάνατο. Οι ιερείς υπέστησαν πανωλεθρία. Έκοβαν τα κεφάλια τους και τα άφηναν σε κοινή θέα σε κεντρικές οδούς. Η ιατρική κοινότητα της Κερασούντος αποδεκατίστηκε. Υπήρχε ιδιαίτερος φθόνος κατά των επιστημόνων. Ο οσμάν αγάς ήταν αγράμματος και άξεστος αλλά είχε συγκεντρώσει στο πρόσωπο του τεράστια πολιτική δύναμη και πάντοτε κατόρθωνε να επωφελείται τις αδυναμίες των αντιπάλων του. Επί της κυβερνήσεως Βενιζέλου, ο οσμάν αγάς μόλις και μετά βίας κατόρθωνε να εξωτερικεύει τα εθνικιστικά του συναισθήματα. Μετά την ανατροπή όμως του πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα, έγινε τρομερός και απείλησε την τιμή και τη ζωή ολόκληρου του χριστιανισμού της τουρκίας και εξόντωσε το μεγαλύτερο μέρος του μέσα σε δύο μόνο χρόνια. Υπολογίζεται ότι τα θύματα του οσμάν αγά και των τσετέδων σε όλο τον Πόντο ανέρχονται σε 70.000 ψυχές. Με απίστευτη επιτηδειότητα κατάφερε να εκμεταλλευτεί μία εσωτερική διαμάχη μεταξύ μερίδας Ελλήνων των οποίων η φρόνησης είχε υποστεί τραύματα και ενώ έφεραν Ελληνικά ονόματα, κατήγγειλαν ομόθρησκους τους Έλληνες στον τούρκο διοικητή ότι δήθεν ήταν Βενιζελικοί. Λησμόνησαν ότι ήταν Έλληνες και έπρεπε να έχουν ομόνοια μεταξύ τους πόσο μάλλον όταν είχαν απέναντι τους ένα θηρίο....τον οσμάν αγά. Το ζήτημα έλαβε τεράστια έκταση και ενεπλάκη και το Οικουμενικό πατριαρχείο δεχόμενο πιέσεις μερίδας προκρίτων οι οποίοι ζητούσαν την απομάκρυνση του μητροπολίτου Λαυρεντίου. Το Οικουμενικό πατριαρχείο έστειλε ως έξαρχο τον έντιμο και δραστήριο Άγιον Απολλωνιάδος κ. Ιωακείμ του οποίου η παρουσία όμως έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα ρίχνοντας λάδι στη φωτιά. Ο οσμάν συγκέντρωνε ενυπόγραφες καταγγελίες Ελλήνων κατά του οικείου μητροπολίτη. Αρχικά και μεθοδικά «καθάριζε» τους πρόκριτους που στρέφονταν κατά του μητροπολίτη μέρα μεσημέρι στην αγορά της πόλης, με τεράστια αγριότητα. Τον δε Πατριαρχικό έξαρχο κ Ιωακείμ με απειλές και δια της βίας τον επέβαλε σε εξευτελισμούς και κακοποίηση αλλά και τον χρηστότατο εκείνο πολίτη της Κερασούντος αείμνηστο Σπύρο Σουρμελή με την κατηγορία ότι φιλοξενούσε τον πατριαρχικό έξαρχο τον έστειλε στα δικαστήρια της Αμάσειας όπου μία αστεία και κωμική δίκη τον καταδίκασε σε θάνατο δι' απαγχονισμού. Την ίδια τύχη είχε και ο αδερφός του Ιορδάνης Σουρμελής. Δυστυχώς μέχρι σήμερα υπάρχει και στην Ελλάδα μία μερίδα που συνεχίζει αυτή την αποτρόπαιη πράξη της υποστήριξης του Βενιζέλου η οποία τόσο μεγάλη καταστροφή και όλεθρο είχε προξενήσει στον Ελληνικό χριστιανικό λαό της Κερασούντος. Αρκεί να σημειωθεί ότι κατά το μνημόσυνο του απαίσιου Χατζή Θεοδώρου Πανίδη στην Κερασούντα, επειδή κάποια παιδία ανέτρεψαν τους δίσκους των κολλύβων, υπακούοντας σε παραγγελία κάποιων ενδιαφερομένων, επενέβη ο οσμάν αγάς και θανάτωσε την ίδια στιγμή τρία παιδιά. Στον βαλκανικό πόλεμο του 1912 κατά της τουρκίας ο οσμάν αγάς γράφτηκε εθελοντής και πήγε στο βουλγαρικό μέτωπο όπου τραυματίστηκε στο πόδι. Από τότε έμεινε κουτσός. Παρόλο που συνεργαζόταν με Έλληνες χριστιανούς στην αλιεία και ιδίως με τον Χρήστο Κερχανίδη, εντούτοις έτρεφε μέσα του θανάσιμο μίσος για τους Έλληνες. Στις αρχές του γενικού πολέμου οργάνωσε μία μικρή ομάδα και πήγαν να πολεμήσουν στο ρωσικό μέτωπο. Αν και η δράση του εκεί δεν υπήρξε άξια λόγου, αυτός γύρισε στην Κερασούντα με υψωμένο γόητρο. Όταν οι τούρκοι εκκένωσαν το Ερζερούμ και την Τραπεζούντα και σχηματίστηκε το τουρκικό μέτωπο στον Χαρσιώτη ποταμό κοντά στην Τρίπολη το Μάρτιο του 1915, ο οσμάν αγάς ανασυγκρότησε τις δυνάμεις του, καλώντας τους τσέτες του και προσαρτήθηκε στα τουρκικά στρατεύματα. Τότε για πρώτη φορά ο οσμάν φερετίν ζατέ τιτλοφορήθηκε αγάς και άρχισε το πραγματικό στάδιο του τυράννου χωρίς κανένα πρόσχημα. Άρπαζε από τα καταστήματα των χριστιανών υφάσματα, δέρματα και άλλα χρήσιμα είδη για να χρησιμοποιήσει ως εξαρτήσεις στα πολεμοχαρή του παλληκάρια. Φορολόγησε πολύ σκληρά τους εύπορους Κερασούντιους και κακοποίησε όσους αρνούνταν να πληρώσουν φόρους και εισφορές που είχε υποβάλει το Μουταφαϊ Μιλιέ. Στο μέτωπο του Χαρσιώτη είχε συνδεθεί με φιλικό δεσμό με τον Τραπεζούντιο, συνταγματάρχη - αρχηγό του παραλιακού στρατού Χατζή Χαμδή βέην, θρησκομανή και φανατικό τούρκο. Ο οσμάν αγάς του έστελνε συνεχώς ακριβά δώρα και φιλοδωρήματα που άρπαζε από τις περιουσίες των Χριστιανών της Κερασούντος. Ο ευγνώμων φίλος του πρότεινε στον αρχηγό της στρατιάς του Καυκάσου – την προαγωγή του οσμάν στο βαθμό του λοχαγού καίτοι στην πραγματικότητα ιεραρχικώς δεν έφερε καν ούτε τις επωμίδες του το βαθμό του ανθυπασπιστή. Ο οσμάν πολύ νωρίς γύρισε στην Κερασούντα γιατί η πονηριά του του είχε υπαγορεύσει ότι οι μεγαλύτερες νίκες δεν κερδίζονται στο μέτωπο, αλλά μέσα στις πόλεις εναντίων αμάχων και άοπλων πληθυσμών. Από τότε, έστησε το στραταρχείο του στην πόλη της Κερασούντος. Με από λίγο και ενώ συγκέντρωσε δίπλα του όλο το σινάφι των συμπολεμιστών του τσετέδων (άτακτων οπλιτών) αναγορεύθηκε σε κανονικό αρχι-συμμορίτη και άρχισε να επιβάλλεται στην κυβέρνηση. Κακοποιούσε στα φανερά τους εύπορους Κερασούντιους με την ανοχή του υποδιοικητή Κερασούντος Αρίφ βέη, μάλιστα δε, διατηρούσε βενζινοκίνητο πλοίο με πειρατικό πλήρωμα με το οποίο συλλάμβανε τα ανύποπτα χριστιανικά πλοία που ταξίδευαν δια θαλάσσης στη ναυτική περιοχή της Κερασούντος. Στο δεύτερο χρόνο του πολέμου μαζί με άλλους ομόφρονους του επιτέθηκε θρασύσατα μέσα στη νύχτα εναντίων της οικίας του εμποροτραπεζίτη Ι. Ι. Σουρμελή τον οποίο αιμόφυρτο και σιδηροδέσμιο έστειλε στο στρατοδικείο του μετώπου σε συνεννόηση με τον απαίσιο φίλο του Χατζή Χαμδή βέη. Μετά από λίγο συνέλαβε και άλλον ομογενή πλουσιότατα και ευγενή τον κ Ιωάννη Δεληγιώργη που ήταν γαμπρός του επιφανούς Ποντίου Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη που κατοικούσε στη Μασσαλία. Τον συνέλαβε λοιπόν και τον έστειλε στον Χατζή Χαμδή με την ανύπαρκτη κατηγορία ότι συνωμοτούσε με τους Ρώσσους. Από τον τρόμο αλλά και από την βαριά αυτή συκοφαντία ο δύσμοιρος πέθανε μέσα στη φυλακή πρίν ακόμα περάσει απ το στρατοδικείο. Σχεδόν ταυτόχρονα με τη σύλληψη του Ι. Σουρμελή, ο οσμάν – πολιόρκησε το σπίτι του πλούσιου κ. Παντελή Ερμείδη τον οποίο έστειλε συνοδεία φρουράς στο στρατοδικείο του μετώπου. Και οι δύο ομογενείς μετά από πολύμηνη κράτηση στο μέτωπο, απεστάλησαν στην Ορδού (Κοτύωρα) και μετά την επιδρομή του ρωσικού στρατού, τους έστειλαν στην Τραπεζούντα. Ο οσμάν, κατά τον γενικό πόλεμο, δεν στάθηκε ούτε στιγμή από το να σκέφτεται δόλια εναντίων των χριστιανών και να πράττει όλες τις φρικαλεότητες. Σύμβουλοι και συνεργάτες του ήταν : ο αδερφός του Χατζής εφένδης, ο ιμάμης Χασάν εφέντης, ο Αϊκιούρ ιμάμης και τέλος ο δολιότατος Λαρτσίν Χατέ χακή βέης. Με τακτικές επιδρομές ο οσμάν και οι τσέτες του αφάνισαν τα Ελληνικά χωριά και τους κατοίκους της επαρχίας Χαλδίας και Κερασούντος προκαλώντας ανεπανόρθωτες συμφορές. Πρώτοι στη βρωμερή λίστα του οσμάν ήταν πάντα οι ιερείς τους οποίους βασάνιζε, κακοποιούσε, έδερνε και στο τέλος τους έσφαζε. Σειρά είχαν οι προύχοντες και οι εύποροι. Αυτούς τους παρέδιδε στους τσέτες οι οποίοι τους απογύμνωναν και τους θανάτωναν. Μέσα σε μία ημέρα, στην επαρχία Κουρουκιού που απείχε 6-7 ώρες από την Πόλη της Κερασούντας, φόνευσε τρείς ιερείς, δύο γυναίκες και δεκατέσσερις φτωχούς χωρικούς. Οι χωρικοί γνώριζαν τη μανία του και όταν μάθαιναν ότι έρχεται ο οσμάν, άρπαζαν τις γυναίκες και τα παιδιά τους και έφευγαν στα δάση και στα βουνά για να σωθούν. Εκεί ζούσαν επι ημέρες και εβδομάδες σαν άγρια ζώα χωρίς τροφή, σπίτι και ασφάλεια. Μετά την ανακωχή, ο οσμάν αγάς εξόντωσε όλους τους χριστιανούς κατοίκους των 80 χωριών της επαρχίας Χαλδείας. Περικύκλωνε με πολύ στρατό – τσετέδων τα χωριά. Έκλεινε όλους τους ανθρώπους, άνδρες, γυναίκες και παιδιά μέσα στα σπίτια τους και τους έκαιγε ζωντανούς. Ακόμη και ο Νέρωνας που είχε διεστραμμένη φαντασία δεν είχε σκεφτεί με τόση κακουργία, τρομερότερο και συνολικότερο αφανισμό πληθυσμών. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να καυχηθεί μετά από όλα αυτά ότι, κατόρθωσε να καθαρίσει όλη την ύπαιθρο χώρα από τους βρωμερούς γκιαούρηδες μέχρις ενός.
Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com