Η σφαγή των Αρμενίων. Τα γεγονότα του πολέμου 1914-1915 μέσα από το Ημερολόγιο του Σανταίου δημοδιδάσκαλου Ευστάθιου Τσαντεκίδη- Αθανασιάδη (Γεροστάθη)
Η Τριπλή Συνεννόηση είχε διακηρύξει ότι μετά το τέλος του πολέμου οι μειονότητες θα πάρουν αυτονομία. Τα αρμενικά κομιτάτα Χιντζάκ και Τασναξιούν είχαν αναπτύξει μεγάλη δραστηριότητα στο εσωτερικό και εξωτερικό για να δώσουν αφορμή σε ευρωπαϊκή επέμβαση. Σκοπός όμως των νεοτούρκων ήταν η εξόντωση των χριστιανών.
Οι Έλληνες της Σμύρνης και της άλλης Μικράς Ασίας, εδιώχθησαν, εδάρησαν, εφονεύθησαν και αναγκάστηκαν οι εναπομείναντες επιζήσαντες να καταφύγουν στην Ελλάδα. Τώρα ήρθε η σειρά των Αρμενίων. Η σφαγή των Αρμενίων - Αφήγηση του Σανταίου Γεροστάθη. Κατά συμβουλή των Γερμανών ή τουρκική κυβέρνηση αποφάσισε να κάμει γενική σφαγή των Αρμενίων για να τους εξοντώσει. Και προκειμένου να τους παραπλανήσει, κοινοποίησε ότι για το συμφέρον των ιδίων των Αρμενίων, αποφασίστηκε να εκτοπιστούν στο εσωτερικό και ότι η κινητή και ακίνητη περιουσία τους δε θα θιγεί ….και άλλες παρόμοιες ψευτιές. Κάθε μουσουλμάνος είχε κληθεί να τεθεί στις διαταγές της κυβέρνησης. Την ίδια μέρα που έγινε η παραπάνω κοινοποίηση, 300 από τους ζωηρότερους Αρμενίους είχαν συλληφθεί κι επιβιβάστηκαν σε φορτηγίδα η οποία μετά τη δύση του ηλίου έπλευσε στα Πλάτανα της Τραπεζούντας όπου περίμεναν τσετέδες (άτακτος στρατός) και τους έσφαξαν. Είναι ανεκδιήγητα τα βάσανα των Αρμενίων. Κάθε σταθμός χωροφυλακής, κάθε βουνό, κάθε ρεματιά και κάθε τόπος, είναι τόπος μαρτυρίου γι’ αυτούς. Οι άνδρες σκοτώνονταν με οποιοδήποτε μέσο, οι γυναίκες βιάζονταν κτηνωδώς, τα παιδιά λογχίζονταν ή σφάζονταν. Στην Τραπεζούντα έβαλαν τα μικρά παιδιά σε βάρκες και όταν απομακρύνθηκαν από την παραλία, αναποδογύρισαν τις βάρκες και τα καημένα αρμενόπουλα πνίγηκαν. Τα φυλάκια της Σαντάς, Τσα̤λά̤μπογλη και Σιργανλού έγιναν ανθρώπινα σφαγεία, εδώ κεφάλι, εκεί ακρωτηριασμένα πτώματα, παραπέρα δύο εναγκαλισμένες υπάρξεις. Μερικοί Αρμένιοι κατόρθωσαν να διαφύγουν και άρχισε η καταδίωξή τους. Από τα ελληνικά χωριά οι τούρκοι αναζητούν τους Αρμενίους που τυχόν ήταν κρυμμένοι παραβιάζουν το άσυλο, δέρνουν τους πρόκριτους. Στις 15 Ιουνίου ήρθε Γιούζπασ̆ης (λοχαγός) με 28 χωροφύλακες, ζητώντας όπλα και στρατιώτες, έδειρε τους πρόκριτους, έβρισε τους ιερείς και πήρε 28 όπλα. Στο δάσος που ήταν απέναντι στον Άγιο Παντελεήμονα του Πισ̆τοφάντων, ήσαν κρυμμένοι μερικοί Αρμένιοι. Προς το βράδυ της 16ης έστειλαν δύο παιδιά ζητώντας ψωμί. Λέγεται ότι ο μουχτάρης (πρόεδρος) του Πισ̆τοφάντων Χρήστος Βατήκ, κατέδωσε τα αρμενόπουλα για να απαλλαγεί από τη χωροφυλακή. Έτρεξαν οι χωροφύλακες, τα έπιασαν και αφού τα σκότωσαν, όρμησαν προς το μέρος των Φυτωναριών όπου οι Αρμένιοι έπλεναν τα ρούχα τους. Έγινε συμπλοκή κατά την οποία από μέν τους Αρμενίους κανείς δεν έπαθε τίποτα, από δε τους χωροφύλακες σκοτώθηκαν τρείς και μάλιστα εκείνοι που σκότωσαν τα Αρμενόπουλα, άλλοι 3 τραυματίστηκαν από τους οποίους ο ένας βαριά, οι δε άλλοι κατέφυγαν στου Πισ̆τοφάντων. Μερικοί άλλοι μάλιστα παρουσιάστηκαν την επόμενη ημέρα. Ο Γιούζπασ̆ης κάλεσε και τους κοντινούς σταθμούς κι έγιναν 40 άνδρες αλλά και πάλι δεν τόλμησαν να κυνηγήσουν τους λίγους Αρμένιους. Στις 18 Ιουνίου τη νύχτα μαζεύτηκαν και έφυγαν για το Κιμισ̆λή αφού πήραν τα καλύτερα όπλα. Τη δε άλλη ημέρα έστειλα μερικούς χωροφύλακες για να πάρουν και τα υπόλοιπα. Στις 21 Ιουνίου οι χωροφύλακες του σταθμού Σιργανλού με μερικούς φυγόδικους, με την πρόφαση ότι ζητούν Αρμενίους, παραβίασαν μερικά σπίτια στου Κοπαλάντων (που απέχει δύο ώρες απ’ τη Σαντά) και έκαμαν ό,τι μπορούσαν, ειδοποίησαν δε τους μουχτάρηδες ότι αν τους μηνύσουν θα πάθουν χειρότερα (αντίποινα). Εκείνες τις ημέρες ένας Αρμένιος φεύγοντας, μπήκε σε μια καλύβα του παρχαριού Καπάν (Τσαρταχλού). Οι χωροφύλακες Σιργανλού τον είδαν. Ήρθαν στο παρχάρι για να τον σκοτώσουν. Όταν δε ένας χωροφύλακας πλησίασε στην καλύβα για να σκοτώσει τον Αρμένιο, αυτός πυροβόλησε από μέσα και σκότωσε τον χωροφύλακα και δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτό, αλλά πήδηξε έξω για να πάρει το όπλο του σκοτωμένου χωροφύλακα. Όμως οι άλλοι χωροφύλακες που παραμόνευαν τον είδαν και τον σκότωσαν. Τι τράβηξαν οι καημένες οι γυναίκες. Για να γλιτώσουν πλέρωσαν 8 λίρες αλλά και πάλι δε γλίτωσαν διότι ο σταθμός του Κιμισ̆λή κατάγγειλε το γεγονός στο Τσεβιζλίκ όπου τις πήγαν συνοδεία και από 'κει στην Τραπεζούντα όπου ο Βαλής τις απάλλαξε. Σαντά (Σάντα Επαρχία Χαλδίας Πόντου - Playlist)
Από το ημερολόγιο του Σανταίου Γεροστάθη. Πηγή: Ποντιακή Εστία, Τεύχη 166-168 σελ 7166-7167 / Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος - Δεκέμβριος 1962 / Εκδότης Φίλων Κτενίδης.
Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com