Χοροί και τραγούδια απ' το Σταυρίν του Πόντου
Εκ των εν Σταυρί αδομένων ασμάτων, άλλα μεν συνεχούς συνήθως περιεχομένου αναφέρονται εις ορισμένη υπόθεση ή γεγονός, εκδήλωση χαράς, εξύμνηση της δόξας των ηρώων του Πόντου, θρήνοι των εθνικών μας συμφορών ή ιδιωτικών ατυχημάτων κ.λ.π., άλλα δε δίστιχα εκφράζουν συνήθως τα συναισθήματα του λαού.
Στα δημοτικά τραγούδια του Πόντου αποτυπώνεται ακίβδηλος και ακραιφνής ο εθνικός μας χαρακτήρας, αντικατοπτρίζεται πιστά και τέλεια ο βίος, τα ήθη, τα συναισθήματα και όλη εν γένει η διανόησης του λαού. Είναι αναμφισβήτητη η παιδαγωγική αξία των ασμάτων και η βαθιά επίδραση τους εις την έξαρσιν του εθνικού φρονήματος. Τα ως άνω άσματα παλιάς ή νέας εποχής είναι συνήθως σε στίχους δεκαπεντασύλλαβους. Το Σταυρίν της επαρχίας Χαλδίας του Πόντου.
“Ακρίτας κάστρον έχτιζεν, Ακρίτας περιβόλι(ν) ή
Τα τραβωδίας τα καλά, τ’ έναν πέει και τ’ άλλο άκ’σον”
Τα επέχοντα θέσιν επωδού (ήτοι ρεφραίν) έχουν συνήθως δεκατέσσερις συλλαβές, όπως :
“Την Πιπιλομμάτεναν κάτ-ι δίτε μ’ άτεναν”
Τα με μετρικό χρόνο νεώτερα τραγούδια είναι άλλα επτασύλλαβα και άλλα οκτασύλλαβα :
“Μώσε Νέπρε Θόδωρε, όλ’ εσέν’ λέγ’νε άπορε
ή Σίτ’ επέγ’ν’ ομάλια’ ‘μάλια εύρα μάλια και λιβάδια̤”.
Το Σταυρίν του Πόντου -Λαϊκά άσματα και χοροί.
Για την τήρηση του μέτρου και του ισάριθμου των συλλαβών πολλάκις συμπροφέρονται δύο συλλαβές ή προστίθεται ένα απ’ τα επιτακτικά “και”, “ξάν” και ενίοτε ένα “ι” τελικό.
Απ’ τα δίστιχα της παλιάς εποχής και προέλευσης και λίγα απ’ τη νεότερη εποχή δεν υπάγονται στο νόμο της ομοιοκαταληξίας, π.χ.:
“Η ξενητεία κι ο θάνατον τα δύο έναν είναι
εζύασαν κ’ ετέρεσαν η ξενητεία βαρύν έν’ ”
ενώ στα δίστιχα της μεταγενέστερης και νέας εποχής είναι απαραίτητη η ομοιοκαταληξία, π.χ.:
“Εγ’ απ’ αδά κι’ εσ’ απ’ ατού σύρομε τραβωδίας,
να τραβωδείς πα ‘κ̌’ εγροικάς, για κόψον τη λαλία σ’ ”
Στα περισσότερα δίστιχα μεταξύ του πρώτου και δεύτερου στίχου υπάρχει αιτιώδης σχέση, όπως ακολούθως:
“Εξέβα ΄ς σο Κουλάτ απάν’ κι’ έκ’σα πουλί λαλλίαν, εθάρρεσα τ’ αρνόπο μ’ έν’ κι’ εχάρεν η καρδία μ’ ”
Σε άλλα όμως δίστιχα καμία σχέση δεν υφίσταται μεταξύ τους, ήτοι:
“Αδά ΄ς σον κατακέφαλον λιθάρια̤ θα κυλίζω, ατού ΄ς σα λεγνά τα μέσα σ’ τα χ̌έρια̤ μ’ θα τυλίζω”
Όσα δίστιχα έχουν ποιητική σύνθεση μετρικής μορφής άδονται ως επωδοί στο τέλος άλλων δίστιχων και άλλοτε είναι δίστιχα ή τρίστιχα. Για πολλούς λόγους μερικά δίστιχα είναι ανάμικτα με τουρκικά, δηλαδή ο έτερος των στίχων ολόκληρος ή κατά το ήμισυ άδεται εις γλώσσαν Τουρκικήν και συμφωνεί ως προς την έννοια με την κατάληξη ενίοτε ως προς το εις την Ελληνική αδόμενο έτερο τμήμα του στίχου. Τραγούδια Κλωστών ή Τόνγιας: “Ιάπεσα εγάπεσα, σεβdίμ πίρ dανεσινί, η παντρεία μίαν έν’, σέτσ-dα άλ’ εϊσινί”. Τα δίστιχα της παλιάς εποχής είναι σχεδόν στερεότυπα και χωρίς παραλλαγές ενώ της νέας εποχής έχουν άπειρες παραλλαγές σε ορισμένες λέξεις ή και σε ολόκληρο το στίχο που πολλές φορές προέρχονται απ’ την ιδεολογία του τραγουδιστή ο οποίος πολλάκις παρασύρεται από ένα στενό τοπικό εγωισμό: “Εμέν’ Σταυρέτα λέγ’νε ‘με κανέναν ‘κ̌ι’ φοούμαι (άδει ο Σταυριώτης). Εμέν’ Κρωμέτα λέγ’νε ‘με κανέναν ‘κ̌ι’ φοούμαι (άδει ο Κρωμναίος κ.τ.λ.)
Οι μελωδίες είχαν μεγάλη ποικιλία και κάθε επόμενο έτος τονιζόταν και μία νέα. Συνήθως ο τονισμός της νέας μελωδίας των δίστιχων γινόταν τον Χειμώνα στην Τραπεζούντα από έμπειρους λυράρηδες και τραγουδιστές και αμέσως μεταδιδόταν στο Σταυρίν, στην Κρώμνη και στη Μούζαινα κι από κει στην ενδοχώρα και σε μικρό χρονικό διάστημα είχε εξαπλωθεί παντού. Μόνο η μελωδία του Ομάλ’ και του Ματζουκάτ’κου έμεινε αμετάβλητη ως τη σήμερον (εννοεί την εποχή της συγγραφής του άρθρου). Τα συνήθη εν Σταυρί και γενικώς εν Πόντο μουσικά όργανα ήταν : “Η τρίχορδη ποντιακή λύρα (Κεμεντζές), το Καβάλ’ ή Γαβάλ’ (αυλός – φλογέρα), το Αγγείο (τουλούμ ζουρνασή, δηλαδή είδος ζουρνά που είχε προσδεμένο ασκό από κατεργασμένο δέρμα αιγός ή προβάτου γεμάτο με αέρα εκ φυσήματος ), τα γνωστότατα Νταούλ’ και Ζουρνάς και σπανίως Κεμανές, Σαντούρ’ και Ντέφι. Οι Ποντιακοί χοροί παρουσιάζουν μεγάλη πρωτοτυπία , είναι ρυθμικότατοι και χορεύονται κυκλικά από μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων χορευτών ανδρών κα γυναικών που κρατούνται απαραίτητα απ’ τα χέρια. Τέτοιοι χοροί ήταν οι:
Χοροντικόν. Χορός παρεμφερής με τον Ελληνικόν συρτόν με κανονικά βήματα και ελαφρόν πήδημα του δεξιού ποδιού προς τα εμπρός, ούτως ώστε οι χορευτές αποτελούντες ένα ενιαίο σύμπλεγμα εκινούντο ρυθμικώς εν στάσει ή εν κινήσει προς τα εμπρός. Η ονομασία Χοροντικόν αποδίδετε σε διάφορους και πλέον του ενός χορού ως εξής :
Χοροντικόν Τίκ. Χορός ρυθμικός, ζωηρός με κανονικά βήματα και πηδήματα, ή ήσυχος άνευ πηδημάτων οπότε και εκκαλείτο Κοδεσπαινιακός.
Χοροντικόν λαγκευτόν. Όμοιος με τον προηγούμενο αλλά με έντονο ζωηρό πήδημα εμπρός.
Χοροντικόν γαλενόν. Όμοιος με τον προηγούμενο αλλά άνευ ζωηρών κινήσεων.
Χοροντικόν ΄ς σο γόνατον ΄ς σον τόπον. Όμοιος με το προηγούμενο Τίκ χορό με συνεχείς κάμψεις και εκτάσεις των γονάτων άνεϋ πηδημάτων.
Χοροντικόν τρομαχτόν. Σε αυτόν τον Τίκ χορό οι χορευτές σείουν σπασμωδικώς το σώμα τους.
Χοροντικόν ή χ̌ιμιχτόν ή Τραπεζουντέϊκον, χορός όμοιος με τα Χοροντικόν Τίκ , ζωηρότατος και ταχύς.
Χοροντικόν Τσιμερίτ’κον. Χορός διπλός με δύο βήματα εμπρός και δύο πίσω.
Χοροντικόν διπλόν. Όμοιος με τον πρώτο (Χοροντικόν Τίκ) αλλά με διπλά βήματα
Χορός Ομάλ’. Ο χορός Ομάλ’ είναι ήσυχος ομαλός στρωτός και βραδύς με εναλλασσόμενα βήματα και κίνηση προς τα εμπρός δια του αριστερού ποδός. Η ονομασία Ομάλ’ αποδίδετε σε διάφορους και πλέον του ενός χορού ως εξής:
Ομάλ’ μονόν. Απλός ομαλός χορός στον οποίο συνήθως τραγουδούσαν το τραγούδι “Ο Γιάννες ο μονόγιαννες”
Ομάλ’ διπλόν. Όμοιος χορός με τον προηγούμενο στον οποίο εκτελούσαν διπλά της κινήσεις.
Ομάλ’ Ποταμέτ’κον, (Σταυρίου, Κρώμνης, Μουζαίνης). Χορός όμοιος με τον προηγούμενο με μια μικρή ιδιορρυθμία. Πάνω σ’ αυτό το χορό συνήθιζαν να τραγουδούν το “Σοφίτσα μ’ έξ’ μ’ εβγαίνεις ή όπως είναι ευρέως γνωστό ως: " Έναν άστρεν εξέβεν”
Η Τρυγόνα. Χορός με πεντάσημο ρυθμό στον οποίο οι χορευτές πήγαιναν τρία βήματα αριστερά και δύο δεξιά ή εν στάσει αιωρούντες δίς τας χείρας εμπρός και οπίσω, ενώ ταυτόχρονα ήδετο υπο ενός ή πολλών ομού το άσμα της τρυγόνας: “Ακεί πέραν ‘ς σ’ ορμανόπον η τρυγόνα η τρυγόνα, έστεκεν κι’ εποίνεν ξύλα η τρυγόνα η τρυγόνα κ.ο.κ.”
Το Κοτσαγγέλ’ ή Εμπρ’ οπίσ’. Στο χορό αυτό οι χορευτές οδηγούμενοι απ’ τον πρώτο πηδούσαν εμπρός και πίσω σχηματίζοντας ελιγμούς και σχηματισμούς. Όταν χορευόταν γρήγορα το έλεγαν Τρεχτόν. Συνοδευόταν απ’ τα τραγούδια: “Να κόλιε, κόλιε, να, μουσκαρόπον, σ’ ορμάν μ’ εμπαίνης θα τρώη-σ ο λύκον, ναι σααπσούζκον εσύ μικρίκον” σααπσούζκον = αδέσποτο, και το: “ Ε! Φώνα Φώνα, νέ καλαφώνα κ.λ.π.”
Η Μητερίτσα. Χορός κατ’ εξοχήν Τραπεζουντιακός, πιθανώς παραμόρφωσις των ευρωπαϊκών λανσιέδων διότι είναι παρεμφερής προς εκείνους, παρείσακτος εν Πόντω ως φαίνεται και εκ του συνοδεύοντος τον χορόν τούτον άσματος του οποίου η φρασεολογία είναι ξένη προς το Ποντιακόν ιδίωμα. Κατ’ αυτόν ο κύκλος των χορευτών έκαμνε βήματα προς τα δεξιά και αριστερά όπως γίνεται εις τους λανσιέδες, οδηγούμενος υπο τινός εν μέσω του κύκλου ιστάμενου χορευτού (καβαλλιέρου) κτυπώντος τας χείρας και άδοντος το ακόλουθον άσμα: “Μητερίτσα μου γλυκειά είχα μια αγαπητικιά, ΄ς σον Παρχάρ επήγαμε και τυρίν ‘κ̌’ επήραμε”. Στο τέλος του άσματος ο χορός εσταμάτα και οι χορευταί εκτύπων τας χείρας ρυθμικώς. Τότε ο καβαλλιέρος προσκαλών μία εκ των χορευτριών (ντάμα) και υποβαστάζων ταύτην εκ του βραχίονος έκαμνε στροφάς (γύρους) αντιθέτους δι’ αλλαγής των χειρών και εδράττετο δια των χειρών εναλλάξ’ άλλοτε την ντάμα και άλλοτε τον εκ του κύκλου προσεγγίζοντα χορευτήν. Όταν επερατούτο η στροφή με όλους τους χορευτάς, ο μέν καβαλλιέρος ελάμβανε θέσιν εν τω κύκλω η δε ντάμα έμενεν εν τω κύκλω δια να συνεχίσει τον χορόν ως οδηγός.
Άλλοι χοροί ξενικής προέλευσης ήσαν:
“Μπαϊμπούρτ”, “Σαρή κούζ” και η “Πιπιλομμάτενα” παραλλαγή της “Κότσ̌αρη” χορού των εν Καυκάσω Ελλήνων εκ Πόντου.
Σέρα ή Λάζικον. Ούτος εχορεύετο εν κύκλω και εθεωρείτο ως πολεμικός χορός, διότι οι συμμετέχοντες εις αυτόν εφόρουν τας ζίπκας και έφερον ολόκληρον την πανοπλίαν αυτών. Ο δε ονομαστός νομάρχης Τραπεζούντος Καδρή-πασάς τόσον ενθουσιάσθη εκ του χορού τούτου ώστε εμισθοδότει νέους αρίστους χορευτάς οι οποίοι κατά τας υπ’ αυτού γινομένας δεξιώσεις εχόρευον την “Σέρρα” πρό των προσερχομένων επισήμων.
Το Μαχ̌αίρ’ ή Πιτζιά ογινή. Ο Χορός αυτός χορευόταν μόνο από δύο χορευτές εν είδει καρσιλαμά (αντικριστού) και είχε την αυτήν σχεδόν διάταξιν κινήσεων ως και η Σέρρα. Ήτο όμως λίαν επικίνδυνος διότι οι χορευταί αφού έκαμνον διάφορους κινήσεις και στροφάς του σώματος, ανέσυρον εκ της οσφύος των μικράς αμφιστόμους μαχαίρας (κάμας) και κραδαίνοντες ταύτας εκινούντο μανιωδώς, ερχόμενοι πολλάκις εις αψιμαχίας και εν τέλει ανεδεικνύετο ικανότερος εκείνος ο οποίος αναρρίπτων το μαχαιρίδιον, κατόρθωνε να συλλάβη αυτό για τον οδόντων πριν πέση επι του εδάφους.
Δημοτικό Δίστιχο περιφέρειας Σταυρίν Τραπεζούντας Πόντου:
μ’, ακείνος π’ έρχεται πως έν’τ’ εγάπ’ς καμένος!
- Υιέ-μ’ και ντ’ εγνωρίεις ατον ντο έν’ τ’ εγάπ’ς καμένος;
- Τα χ̌είλια̤ -τ’ είναι πίχλωρα κι’ η κάρδια̤-τ’ έν’ καμένον!
Λεξιλόγιο: Πίχλωρα = ολόχλωμα
Προτείνω να επισκεφθείτε το Playlist το κανάλι μου στο youtube Χοροί των Ελλήνων του Πόντου
Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com