Δανείαχα, Θανασίτικα, Βυζέριξα & Ποπάρζα (ή Ποπάρτζα) της περιφέρειας Ματσούκας του Πόντου
Προχωρώντας απ’ το Τζεβιζλούκ απ’ την δημόσια οδό και έχοντας στα δεξιά μας το χωρίον Χαβά και αριστερά τις υπώρειες του χωρίου Χορτοκόπ σε απόσταση μισής ώρας εγγίζουμε την περιφέρεια της Δανείαχας η οποία βρίσκεται ανάμεσα στα ποτάμια Ματζούκας και Μουλάκας, απ’ τα Μέξυλα ανεβαίνουμε στο χωριό και συναντάμε το ιστορικό σπίτι του Σάββογλη ανάμεσα σε καρποφόρα δέντρα.
Δανείαχα, Θανασίτικα, Βυζέριξα & Ποπάρζα της περιφέρειας Ματσούκας του Πόντου. Ο Σάββογλης προσέφερε μέγιστες υπηρεσίες σε ολόκληρη την Ματζούκα της οποίας υπήρξε σωτήρας και στα βαθιά του γεράματα επέστρεψε στο σπίτι του στην Κωνσταντινούπολη όπου και απέθανε. Περί αυτού έγραψαν οι: Πανάρετος Τοπαλίδης & Ιωάννης Κιουρτζίδης απ΄ την Πτολεμαϊδα. Τελευταίος απόγονος του Σαββόγλη είναι ο νυν εν Θεσσαλονίκη διαμένων Ιωάννης Σαββουλίδης. Σε απόσταση 15 λεπτών ανηφορικού δρόμου φτάνει κανείς στο κέντρο της Δανείαχας. Η Δανείαχα υπήρξε θέρετρο παραθερισμού ακόμη και αυτών των Κομνηνών καθώς εκατέρωθεν αυτής υπάρχουν τα πανάρχαια κάστρα χτισμένα σε ύψος περί τα είκοσι (20) μέτρα πάνω σε απόκρημνα βράχια των οποίων η είσοδος σήμερα είναι αδύνατη καθώς τα μονοπάτια έχουν καταστραφεί απ΄ τις βροχές και την πάροδο των αιώνων. Οι παλιοί λέγουν ότι το όνομα Δανείαχα το έλαβε εκ των παλαιών πλουσίων κατοίκων και τραπεζιτών τρόπον τινά της περιφέρειας οι οποίοι δάνειζαν στους περίοικους.
Στο κέντρο του χωριού κατά τις εργασίες διάνοιξης θεμελίων σε αρκετό βάθος βρέθηκε πανάρχαιος δημόσιος λιθόστρωτος και αρμονικά χτισμένος δρόμος. Επίσης βρέθηκαν και πολλά πιθάρια. Ονομαστό ήταν εκείνο που βρέθηκε στα θεμέλια της κτιζομένης οικίας του Παράν που είχε ύψος 3 μέτρα και διάμετρο 4. Συμπεραίνεται ότι στον τόπο εκείνο παρήγαγαν άφθονο κρασί. Στην Δανείαχα υπήρχε η φήμη από γενιά σε γενιά ότι δίπλα στον οικισμό Μελίκ και στην τοποθεσία Σαντουρμά υπάρχει κρυμμένος θησαυρός. Μάλιστα από καιρού εις καιρόν έρχονταν διάφοροι απόγονοι εκείνων που τον είχαν κρύψει για να ερευνήσουν και να αποκτήσουν τον θησαυρό αλλά οι προσπάθειες τους απέβαιναν άκαρπες καθώς οι πληροφορίες τους βασίζονταν σε τοποθεσίες και κορμούς δέντρων οι οποίες με την πάροδο του χρόνου είχαν αλλάξει. Η Δανείαχα προόδευσε χάρις στην γενναιοδωρία του μεγάλου της ευεργέτη Αναστασίου Λεοντίδη ο οποίος έχτισε ωραίο σχολικό κτίριο και έφερε νερό στο χωριό με σύστημα ύδρευσης. Το σχολείο ήταν εξατάξιο. Οι αδερφοί Λεοντίδη εκ Ραστόφ, τέκνα του Ιωσήφ (Αντίκατζη) διέθεσαν σοβαρά χρηματικά ποσά στην Δανείαχα. Οι Δανειχώτες ως επί το πλείστον ήταν τεχνίτες και ξενιτεύονταν στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί διοργάνωσαν ταμείο αλληλεγγύης και κατ’ έτος συγκέντρωναν συνδρομές υποστηρίζοντας τις φτωχές οικογένειες του χωριού τους. Γενικά η Δανείαχα ήταν ένα από τα προοδευμένα χωριά της περιφέρειας. Η γνωστή οικογένεια των Λεοντίδων της Τραπεζούντας κατάγεται απ’ την Δανείαχα και οι συγγενείς τους έχουν εκεί σπίτια και τα κτήματά τους. Κατά παράδοση η οικογένεια των Λεοντίδων κατάγεται απ’ τους Καβασίτες. Προχωρώντας απ’ την Δανείαχα ανηφορικά φτάνει κανείς στα βοσκοτόπια Σκιούρταν και ακολούθως στην Ζώζεναν σε ύψος 800 μέτρων, όπου υπήρχαν και σπίτια. Με την ίδια κατεύθυνση και σε απόσταση περίπου μιας ώρας και πλέον υπάρχει το Βατέν μέσα σε πεδιάδα με άφθονο κρύο και χωνευτικό νερό. Δεν υπάρχει περίπτωση οι διερχόμενοι παραθεριστές πηγαίνοντας για το παρχάρι να μην σταματήσουν στο Βατέν για να φάνε και να γλεντήσουν. Εδώ να προσθέσω μερικές περικοπές του Αθηναίου συγγραφέα Μιχαλοπούλου ο οποίος φιλοξενούμενος υπό των Λεοντίδων έγραψε ένα ποίημα για την Δανείαχα:
“Μόλις παρέρχεται ο χειμών και η άνοιξις μυρίζει και ο καθείς στον τόπο μας τον νούν του βασανίζει.
Άλλοι προτείνουν το Διχ̌έρ, διάφοροι την Κρώμην καθείς κατά την γνώμην του χωρίον είτε κώμην.
Πλήν όλα ταύτα είν’ μηδέν απέναντι Δανείαχας…της πλήρους κρύου ύδατος ορέξεως υγείας…του Παρχαριού του λατρευτού του θέλγοντος καρδίας...” Δανείαχα & Κουσερά. Προχωρώντας απ’ το Βατέν συναντάμε το “λιθαρένιον το γουρνήν” σκαλισμένη γούρνα μέσα σε πέτρα, αρχαίο έργο με άγνωστο σ’ εμάς κατασκευαστή. Από εκει προχωρώντας φτάνουμε στο “Τηκηλή τάς” όρθιο βράχο ύψους 100 μέτρων. Στη βάση του βράχου οι Ρωμάνες, ανεβαίνοντας για το παρχάρι, έβαζαν τόσα πετραδάκια όσες ήταν οι αγελάδες που είχαν αλλά κι ένα επιπλέον πετραδάκι για τον εαυτό τους. Απέναντι απ’ αυτόν τον βράχο υπήρχε ακόμη ένας ύψους πενήντα (50) μέτρων στην κορυφή του οποίου υπήρχαν γύρω στα 10 έλατα, ένα πραγματικό θαύμα της φύσης. Ανεβαίνοντας κανείς κυκλικά περί τα διακόσια (200) μέτρα (τα κανκέλια) αντάμωνε το “ Άερ Πογάζ” έξοδος ή είσοδος του Αγίου Γεωργίου όπου υπήρχε εκκλησούλα η οποία μεταφέρθηκε στην Ποπάρζα. Μακρύν Καϊτέ Παρέσα Πογαρίδου Πουλτίδου τέκνο της Ποπάρζας. Προχωρώντας την περιοχή ρακάνια (ραχούλες) δια ομαλής οδού και μέσον της εξοχής Κανκολαϊ φτάναμε στο παρχάρι "Θανασίτικα" όπου παραθέριζαν περί τις τριάντα (30) οικογένειες ως επί το πλείστον Λεοντίδων και οι συγγενείς αυτών αλλά και οι οικογένειες Βελισσαρίδων, Μεταξά, Σουλιάδη, Βαφειάδη και άλλοι. Στα διάφορα τοπία της περιοχής γίνονταν εκδρομές όπου έσφαζαν αρνιά και διασκέδαζαν, κυρίως στα περιοχές “Κρύον Πεγάδ” και “Τεβόρ” κοντά στα πανύψηλα και μεγαλοπρεπή αιωνόβια Τεβόρια (είδος ελάτης) όπου υπήρχαν κουφάλες δέντρων μέσα στις οποίες σε καιρό βροχής μπορούσαν να κρυφτούν 5-6 άτομα. Το παρχάρ έχει ένα ύψωμα που λέγεται Παλαμαχ̌ίων (πάλαι μαχών) όπου βρέθηκαν παμπάλαια νομίσματα από το άλλο μέρος του παρχαριού. Το Καγκελορήμ ήταν ρυάκι όπου καγκελοειδώς έρεε το νερό από μεγάλο ύψος. Από εκει φαίνεται η θάλασσα και εκεί επίσης βρέθηκαν αρχαία ελληνικά νομίσματα. Οι Δανειχώτες φαίνεται ότι είχαν και μεταλλεία. Σε διάφορες τοποθεσίες σώζονται σήραγγες (τούνελ) και όλα μαρτυρούσαν την περιοχή την οικονομική ευμάρεια των κατοίκων. Δυστυχώς μέχρι την εποχή μας δεν σώθηκαν ιστορικά στοιχεία παρά μόνο λίγες προφορικές παραδόσεις. Τις φυσικές καλλονές των διαφόρων τοπίων, την πλούσια βλάστηση των δασών, τα αειθαλή δέντρα και τους θάμνους που μοσχοβολά όλος ο τόπος από το άνθη, οι πεδιάδες, οι κοιλάδες και οι χαράδρες και όλα εκείνα τα πανοραμικά τοπία για να μπορέσει κανείς να τα περιγράψει θα πρέπει να είναι τουλάχιστον λογοτέχνης. Πολλοί γέροι και γριές που ήρθαν από κείνα τα μέρη νοσταλγώντας την Δανείαχα έλεγαν: “ Ο Θεό μ’ την ψή μ’ εκεί να παίρ’ “Παραπλεύρως του παρχαρίου βρίσκεται το ρομαντικό χωριό Ποπάρζα κατοικημένο από αποίκους Δανειχώτες μέσα σε πλούσια βλάστηση με απέραντες πεδιάδες, μαγευτικά πεδία και τον μεγαλοπρεπή καταρράκτη. Οι κάτοικοι της διακρίνονταν για την φιλοπατρία τους κι ενώ ήσαν φτωχοί δεν ξενιτεύονταν για να μην αποχωριστούν το παραδεισένιο τους χωριό. Η Ποπάρζα ήταν χτισμένη σε ύψος περίπου 2000 μέτρων και ο χειμώνας ήταν δριμύς. Οι τοίχοι των σπιτιών ήταν διπλοί και ανάμεσα υπήρχε χόρτο (ως μονωτικό υλικό). Η συγκοινωνία διεκόπτετο τον χειμώνα απ’ το πολύ χιόνι. Οι κάτοικοι της ήταν ανδρείοι, τολμηροί και γενναίοι. Παρά το γεγονός ότι ήταν μόνο 50 οικογένειες, τα πέριξ τουρκικά χωριά δεν τολμούσαν να τους ενοχλήσουν. Η Ποπάρζα ήταν το Σούλι της Ματζούκας και το πιο ψηλό χωριό της περιφέρειας Τραπεζούντας. Είχε κι αυτή το ξακουστό της παρχάρι επ΄ονόματι Βυζέριξαν με κρύα και χωνευτικά νερά. Δεν έλειπαν απ’ αυτόν τον τόπο οι θρύλοι και οι παραδόσεις. Κοντά της υπάρχει του “Μαντζελεπή το γουρνήν” έργο αγνώστου κτήτορος. Ύστερα είναι της “Νυφίτσας το ταφήν”. Ο θρύλος λέει: Η κόρη παντρεύτηκε χωρίς τη συγκατάθεση της μητέρας της η οποία την καταράστηκε και όλη η συνοδεία του γαμπρού και της νύφης μεταμορφώθηκαν σε βράχους. Από απόσταση φαίνονται ως ιστάμενοι άνθρωποι. Όλοι νοσταλγούν τα μέρη εκείνα και θα προτιμούσαν να πεθάνουν εκεί όπου εγκατέλειψαν τους τάφους των προγόνων τους. Οι εξαρχίες και τα χωριά της Ματσούκας του Πόντου.
Πηγή: Ιερεύς Παναγιώτης Αθανασιάδης – Περιοδικόν Ποντιακή εστία, τεύχος 30-31, Θεσσαλονίκη 1952
Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com