• Home
  • Γλώσσα
  • Το Φέσ' (φέσι). Ανέκδοτο Τραπεζούντας. Πηγή: Ποντιακή Εστία τεύχος 24, Θεσσαλονίκη 1952

Το Φέσ' (φέσι). Ανέκδοτο Τραπεζούντας. Πηγή: Ποντιακή Εστία τεύχος 24, Θεσσαλονίκη 1952

Περιφορά του Τιμίου Σταυρού των Θεοφανείων απο τα μέλη της Εκκλησιαστικής ΕπιτροπήςΑπέσ’ ‘ς σον Θερνόν τ’ Αε-Θανασή την ημέραν ο Παπάρζαλης, ο Νάνον, ο Τσ̆αμάλτς, ο Πάντσ̆ο̤ν και ο Λοϊζογλης ο Χατσίκας επήγαν ‘ς σον Αε-Θανάσ’ αφκά ‘ς σο γι͜αλόν τη Κερασέας. Ασ’ σην εκκλησίαν κι ύστερα εκατήβαν ‘ς σο γι͜αλόν να λούσκουνταν. Έβγαλαν τα λώματα ‘τουν απάν’ ‘ς σην πέτραν και ελάγκεψαν ‘ς σην θάλασσαν.

Ο Χατσίκας ενέσπαλεν να θέκ’ κά’ το φέσ’ν ατ’. Σίτα̤ εκολύμπανεν είδεν το φές έπλεεν επάν’ ‘ς σην θάλασσαν. Το Φέσ' (φέσι). Ανέκδοτο Τραπεζούντας. Παιδία!, είπεν, ήυρα έναν φέσ’ και ντ’ έμορφον πά έν’, άμα κρίμαν! Μικρόν έν’ ‘ς σο κιφάλι μ’ ‘κ̆ι’ γίνεται.
Εξέβαν έξ’, εστεγνώθαν και ερχίνεσαν να φορούνε. Εκείνο την ώρα τρία τουρκοπαίδα̤ έπαιζαν ‘ς σο ακρογι͜άλ’ με τα λαλάτσα̤. Τ΄έναν έναν εφόρνεν πουρπούτα̤ και ‘ς σο κιφάλ’ν αθέ πά φέσ’ ‘κ̆’ είχ̆εν. Ο Χατσίκας ελάλεσεν και εδώκεν ατό το φέσ’. Εμέν’ ‘κ̆ι’ γίνεται, είπεν, ας φορεί ατό το παιδίν και χ̆αίρεται. Ο παιδάς έρπαξεν το φέσ’ κι ασ’ σην χαράν ατ’ επέταξεν. Εδώκεν ατό δρόμον κι επήεν εχάθεν. Ο Χατσίκας εφόρεσεν κι ερχίνεσεν ν’ αραεύ’ το φέσ’ν ατ’.
Παιδία, είπεν, το φέσι μ’ πουδέν είδετε;
Γιάμ έτον τ’ εσόν το φέσ’ ντο ηύρες; Είπεν ο Παπάρζαλης.
Γιόκ τζάνουμ’ εκείνο τ’ εμόν’ ‘κ̆’ έτον. ‘Σ σο κιφάλι μ’ πολλά μικρόν έτον. Νέπε λοπούτ, είπεν ο Τσαμάλτς, το ξερό σ’ ‘κ̆’ έκοψεν ατό; Εβράχ̆εν κι εστένεψεν.

Λεξιλόγιο:
Θερνόν & Θερνός = ο Ιούλιος μήνας (Στα Σούρμενα λέγεται Θερνοχόρης)
Λούσκουνταν = να λουστούν
Ελάγκεψαν = πήδηξαν
Ενέσπαλεν = λησμόνησε
Φές = φέσι (επίσημο κάλυμμα κεφαλής)
Ήυρα και ήβρα = βρήκα
Λαλάτσα̤ = βότσαλα
Πουρπούτα̤ και Πουρπούτης = ρακένδυτος, κουρελιάρης
Ελάλεσεν = φώναξε - κάλεσε
Πουδέν = πουθενά – κάπου
Τζάνουμ’ και Τζάν (ίσως από την περσική λέξη djan που σημαίνει ψυχή – καρδιά η τουρκική έκφραση τζάνουμ σημαίνει ψυχή μου, αγαπητέ μου. Υπάρχει και η έκφραση Άμον τζάν’ αρνίν ή πιο απλά τζάν’ αρνίν που λέγεται για παραχαϊδεμένο παιδί.
Λοπούτ & Λουπούτης = ασύνετος, αστόχαστος, μωρός 

Μέλη φιλαρμονικής Τραπεζούντας με πίλους και φιλαρμονικής Αμισού με φέσια στην έπαυλη του Κωννου Θεοφυλάκτου στο Σόουκ ΣουΤο Φέσ' Ανέκδοτο Τραπεζούντας. Πηγή: Ποντιακή Εστία τεύχος 24, Θεσσαλονίκη 1952. 

Επειδή γίνεται πολύς λόγος τόσο υπέρ όσο και κατά της χρήσης του φεσιού απο τους Έλληνες στον Πόντο, και σε δημόσιους διαλόγους κατατίθενται απίστευτες (εν πολλοίς αστήρικτες) απόψεις και σχόλια που αναθεματίζουν ανθρώπους και πολιτιστικά σωματεία, παραθέτω τα ακόλουθα ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία (ντοκουμέντα, πηγές και μαρτυρίες), ώστε ο κάθε καλόπιστος αναγνώστης που ερευνά προσεκτικά και με σεβασμό, να είναι σε θέση να διαμορφώσει άποψη για το θέμα αυτό. Σε αυτή την κατεύθυνση πιστεύω ότι αξίζει να διαβάσετε περισσότερα ιστορικά στοιχεία για την προέλευση και χρήση του φεσιού: Ιστορία γύρω απο το φέσι (Φέζ) & Το φέσι, η καταγωγή του, και η χρήση του στην παραδοσιακή κυπριακή ανδρική ενδυμασία καθώς και για τη χρήση του ως επίσημο κάλυμμα κεφαλής των Ελλήνων του Πόντου: Η ανδρική ενδυμασία στον Πόντο - Πρώτο Μέρος  &  Η ανδρική ενδυμασία στον Πόντο - Δεύτερο Μέρος & Ο Πόντος κατά τον 19ο και 20ο αιώνα - Οικονομία, Εκπαίδευση, Παραδόσεις, Μουσική - Χορός και Ενδυμασία & Το Γιαλατζούκ της Φάτσας του Πόντου - Παντελής Παντελίδης & Σίμος Λιανίδης Β' Μέρος  &  Ο Πέντε Πέντες του Φίλωνος Κτενίδη. Μια αξέχαστη φυσιογνωμία της Τραπεζούντας & Λαογραφικά Κοτυώρων - Κοτυωρίτισσα κόρη με ζουπούνα και κουρσίν (δηλαδή Φέσι) & Ο Σταύρης ο κεμεντζετσής με κάμποσα παιδία, επέρεν την παρέαν -ατ΄κι ερούξαν ΄ς σα χωρία & Η λαϊκή μουσική παράδοση των Ελλήνων του Πόντου - Μελωδίες, όργανα, οργανοπαίκτες & Ευάγγελος Ιωαννίδης Ουσταμπασίδης 1891-1978 ο ηρωϊκός οπλαρχηγός απο το Γκιουμούς Μαδέν & Το χωρίον Δερέταμ ή Μπουντζουκλού Σεκού της επαρχίας Ζάρας της Σεβάστειας του Πόντου και πολλά άλλα ...

Χαρακτηρισμοί για τις φορεσιές και τις συνήθειες των Ελλήνων στον Πόντο:
Οι Σταυρέτ' φορούν γιαζμάδες και χορεύ'-ν άμον γιοσμάδες.
Οι Κρωμέτ' φορούν ζουπούνας, τα πόγια τουν είν' τζουντζούνας.
Οι Σαντέτ' φορούν κ̌εζία και χορεύ' -ν άμον τ̌αζία. 
Οι Κανέτ' φορούνε φέσι͜α  και τερούν ασά καφέσι͜α.
Μουζενίτ' φορούνε τάπλας και αλμέγν' απέσ' σα σάπλας.
Ματσουκάτ' φορούν κουκούλας κι όθεν πάν' κρεμάν' τα γούλας.

Λεξιλόγιο:
Γιαζμάς = ποικόχρωμοι ανδρικοί κεφαλόδεσμοι
Γιοσμάς = λεβέντης
Τζουντζούνα = εγριόχορτο εδώδιμο
Κεζίν = μεταξοβάμβακο χρωματιστό τζιζκιλί ύφασμα
Ταζία = κυνηγετικό σκυλί
Καφέσια = διχτυωτά παράθυρα
Τάπλα = δισκοειδές γυναικείο κάλυμμα κεφαλής
Σάπλας = μεγάλες χάλκινες κουτάλες
Γούλα = λαιμός

Το Φέσ'. Το φέσι ήταν καμωμένο από πεπιεσμένη ειδική κόκκινη τσόχα, σιδερωμένο σε κολουροκωνικό σχήμα, με τη μεγάλη βάση ελεύθερη να καθίσει στο κεφάλι ψηλότερα από τα αυτιά, μέχρι τα μηνίγγια.
Στο κέντρο του κυλινδρικού άνω καλύμματος, υπάρχει στερεωμένο κυλινδρικό σωληνωτό στέλεχος, 2-3 εκατοστών μήκους, από το ίδιο ύφασμα, το λεγόμενο πιπίκ' κι από το ελεύθερο άκρο του κρέμεται, με κορδόνι από μαύρο μπρισίμι η φούντα (κουρσίν ή πισκίλ'). Τα νήματα της φούντας είναι από πολύκλωνη στριμμένη καλά μετάξινη κλωστή. Τα μετάξινα τούτα νήματα της φούντας κρέμονται χυτά και φτάνουν μέχρι την κάτω μετωπική περιφέρεια του φεσιού και δίπλα πάνω στο δεξιό αυτί. Πολλές φορές η φούντα στερεώνεται στην πάνω περιφέρεια με αθέατη ραφή, με τα νήματα όσο πρέπει ανοιχτά, ομοιόμορφα, συμμετρικά, παράλληλα, με χάρη, έτσι που να μην ταλαντεύεται. Τα παιδιά μέχρι την ηλικία των 7 χρόνων, σκεπάζουν το κεφάλι τους με μεγάλο χρωματιστό μαντίλι, το λεγόμενο λετσέκ' το οποίο είναι τετράγωνο και διπλωμένο κατά διαγώνιο, γίνεται ορθογώνιο και ισοσκελές τρίγωνο. Το λετσέκ' καλύπτει το κεφάλι μέχρι το μέτωπο με την υποτείνουσα οριζόντια μετωπικά και τα άκρα συναντιούνται και δένονται στην υποσιάγονη χώρα, ή διασταυρούμενα κάτω από το σιαγόνι δένονται πίσω στον αυχένα (κοτύλα). Το χειμώνα στο πολύ κρύο, γύρω από το φές τύλιγαν και μαντίλι στην κροταφική χώρα να προφυλάξουν τα αυτιά από το κρύο. Ο Ελληνισμός του Δυτικού Πόντου. Αναφέρει ο ιστορικός μας κ. Βλάσης Αγτζίδης επί του θέματο: ¨Ένα από τα λαογραφικά ζητήματα που συζητήθηκαν πολύ τα προηγούμενα χρόνια - ειδικά στον ποντιακό χώρο- είναι εάν το παραδοσιακό φέσι είναι τουρκικό ή όχι. Έγιναν ομηρικοί καυγάδες (που μπορείτε να τους βρείτε στο διαδίκτυο) και τελικά σε επίπεδο ομοσπονδίας (ΠΌΕ) επικράτησε η πλέον ανιστόρητη και συντηρητική άποψη που εξοβέλιζε το φέσι, όπως και τη μακρυά βράκα, δηλαδή την παραδοσιακή κοινή μικρασιατική φορεσιά που υπήρχε και στον Πόντο έως τα τέλη του 19ου αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό έκανα την παρακάτω ανάρτηση: Έλληνες ΦΕΣΟΦΟΡΟΙ στο Παρίσι το 1842 (το αλίευσα στο διαδίκτυο και κάκιστα έχασα την αρχική πηγή) Ο Ελλην πρωθυπουργός Ι. Κωλέττης, ο εμπνευστής της Μεγάλης Ιδέας, φορά το ελληνικο εθνικό κάλυμμα κεφαλής...Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα φωτογραφία για τη νεότερη ιστορίας της Ελλάδας (από το 1842): στα αριστερά, όπως βλέπουμε τη φωτογραφία, κάθεται ο φιλέλληνας τραπεζίτης και φίλος του Καποδίστρια Ιωάννης Γαβριήλ Εϋνάρδος (Jean Gabriel Eynard). Δεν βλέπει προς τον φακό αλλά προς τον υψηλό προσκεκλημένο στο κέντρο της φωτογραφίας. Δίπλα του, η σύζυγός του Άννα, μια πολύ δυναμική γυναίκα της εποχής της, και λίγο πιο πίσω ο φίλος του ζευγαριού και ιδρυτής της Γεωγραφικής Εταιρείας της Γενεύης Henri Bouthillier de Beaumont. Στο κέντρο της φωτογραφίας, και μάλλον όχι τυχαία εκεί, ο Έλληνας στρατηγός και πολιτικός Ιωάννης Κωλλέτης (λίγο πριν αναλάβει τα καθήκοντα του πρωθυπουργού της χώρας). Στη συνέχεια η Marie de Regny (υποθέτω πως είναι στενό συγγενικό πρόσωπο, ίσως θυγατέρα, του Γάλλου ναυάρχου Henri de Rigny, γνωστού σε μας ως Δεριγνύ, πρωταγωνιστή της ναυμαχίας του Ναβαρίνου του 1827) και ακόμη ένας φίλος του Εϋνάρδου, ο Charles de Traz. Η φωτογραφία τραβήχτηκε στο Παρίσι το 1842 και βρίσκεται στο φωτογραφικό αρχείο του Εϋνάρδου στη βιβλιοθήκη της Γενεύης,. Μπορείτε να τη δείτε εδώ: Jean-Gabriel et Anna Eynard avec Henri Bouthillier de Beaumont, le général grec Colettis, Marie de Regny et Charles de Traz à Paris.

Ο Κωστίκας Τσακαλίδης σε δισκογραφία του της εποχής του 1980 και ιδιαίτερα στον παραδοσιακό σκοπό με τίτλο "Μήλον κόκκινον είσαι" τραγουδά το στίχο: Το φέσι μ’ σο γιάν’ απάν’, το πισκίλ’ ΄κ̌ι κείται απάν’ τ’ έμορφα τα κορτσόπα σκοτούνταν σ’ εμέν απάν’. Πρόκειται για ένα πολύ γνωστό στίχο τον οποίο έχουμε πολλάκις ακούσει τόσο απο τον Γώγο Πετρίδη, απο τον Χρύσανθο Θεοδωρίδη και άλλους καλλιτέχνες στα παραδοσιακά τους γλέντια. Αυτά λοιπόν αγαπητοί μου και άλλα τόσα εκατοντάδες άρθρα, κείμενα, αρχεία, φωτογραφίες, μαρτυρίες αλλά και η ίδια η ιστορία τόσο η γραπτή όσο και η προφορική μέσα απο τα δημώδη άσματα του Πόντου στοιχειοθετούν τη χρήση του φεσιού απο τους προγόνους μας ως επίσημο κάλλυμα της κεφαλής ανδρών και γυναικών. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει αλλά ούτε και να το εξαιρέσει απο τις εμφανίσεις των χορευτικών μας συγκροτημάτων εάν θέλει να λέει τα πράγματα όπως ήταν και όχι όπως θα ήθελε ή όπως θα νόμιζε. Η λαϊκή μας μουσικοχορευτική παράδοση δεν μπαίνει σε δίκη, σε κρίση ή στην προσωπική θέση και άποψη του κάθε ενός που επιχειρεί να σταθεί σε δημόσιο λόγο με μόνο στοιχείο την προσωπική του προτίμηση. Η χρήση του φεσιού στη σημερινή εποχή δεν θέλει να δείξει τίποτε περισσότερο απο ότι δείχνει η χρήση της ζίπκας (ως ενδυματολογικό δάνειο κι αυτής). Κάλλιστα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και να υιοθετηθεί μαζί με τις παραδοσιακές μας επιχώριες ενδυμασίες και η αστική ενδυμασία της εποχής εκείνης απο το 1850 έως το 1922. Τα ζητήματα που εγείρονται στον προβληματισμό αυτό δηλαδή με ποιό τρόπο πρέπει ή οφείλουν τα χορευτικά ποντιακά σωματεία να εμφανίζονται είναι πολλά και κατά την προσωπική μου άποψη εδράζονται στην α) στην εποχή με τις ποικίλες πολιτικές αλλά και ηθικές αξίες που επικρατούν β) στην γεωγραφική περιοχή με τα επιχώρια ήθη και έθιμα. Εάν θα θέλαμε ως ποντιακός χώρος να προσεγγίσουμε σωστά την λαϊκή μας μουσικοχορευτική παράδοση θα έπρεπε να είχαν χαρτογραφηθεί οι χοροί μας κατά γεωγραφικές περιφέρειες με αντίστοιχη χρονολόγηση ύπαρξης των χορών. Για παράδειγμα: Οι χοροί Ομάλ΄της Τραπεζούντας και της Κερασούντας, το Κοτσαγκέλ, η  Πατούλα και τόσοι άλλοι που έλκουν την καταγωγή τους απο την αρχαιότητα και είναι πανελλήνιοι χοροί, χορεύτηκαν τόσο στην Ελλάδα όσο και στον Πόντο πολλούς αιώνες πρίν την υιοθέτηση της ζίπκας. Και φτάνουμε στον 21ο αιώνα με την αξίωση όλοι οι χοροί των Ελλήνων του Πόντου να χορεύονται αυστηρά, απαρέγκλιτα και μόνο με ζουπούνες και ζίπκες. Αυτά τα ζητήματα καθώς και άλλα παρόμοια απασχολούν την ποντιακή κοινότητα απο την πρώτη άφιξη της στην Ελλάδα μετά τον ξεριζωμό και έχουν κατατεθεί στον περιοδικό ιστορικό και λαογραφικό τύπο της εποχής (εφημερίδες και περιοδικά απο το 1945 έως το 1980) με επιφανείς ιστορικούς, λαογράφους, εκπαιδευτικούς κ.τ.λ. να καταθέτουν τις απόψεις τους. Καταλήγω το λόγο μου καταθέτοντας τη ρήση του λαογράφου και δασκάλου μας κ. Στάθη Ευσταθιάδη: "Η λαογραφική έρευνα τίποτε δεν μπορεί και δεν πρέπει να εξαιρεί. Οτιδήποτε πέφτει στο πεδίο δράσης της, πρέπει να καταγράφεται, να αξιολογείται, να διασταυρώνεται και να τεκμηριώνεται. Ποτέ κάτι ίσως δεν είναι τούτο ή το άλλο, μπορεί να είναι και τα δύο μαζί ή τίποτε απο τα δύο". Αλλά μήπως αείμνηστε κύριε Ευστάθιε κι εσένα τον ίδιο και τις έρευνες και καταγραφές σου σήμερα και χθές κάποιοι δεν τις αμφισβητούν, τα παραγνωνίζουν, τις μηδενίζουν. Μήπως την ίδια τύχη δεν είχε απο πολλούς και ο αείμνηστος κ. Σίμος Λιανίδης;  Στην εποχή μας φαίνεται ότι ο ποντιακός χώρος δεν έχει ανάγκη απο στοιχεία, μαρτυρίες και πηγές για την ιστορία και τη λαογραφία των προγόνων του. 

Ποντιακή Ιστορία & Λαογραφία - Βασίλειος Β. Πολατίδης - www.kotsari.com 

Pin It

Print

Add comment


Security code
Refresh

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ